Σάββατο 3 Απριλίου 2010

Χαμιντουλάν Ναζαφί*

(Θεσσαλονίκη. Μάης του 1936. Μια μάνα, καταμεσής του δρόμου μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της, βουίζουν και σπάζουν τα κύματα των διαδηλωτών των απεργών καπνεργατών. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της)


Γιε μου, σπλάχνο των σπλάχνων μου, καρδούλα της καρδιάς μου,
πουλάκι της φτωχειάς αυλής, ανθέ της ερημιάς μου,

πώς κλείσαν τα ματάκια σου και δεν θωρείς που κλαίω
και δε σαλεύεις, δεν γρικάς τα που πικρά σου λέω;

Γιόκα μου, εσύ που γιάτρευες κάθε παράπονό μου,
που μάντευες τι πέρναγα κάτου απ' το τσίνορό μου,

τώρα δε με παρηγοράς και δεν μου βγάζεις άχνα
και δε μαντεύεις τις πληγές που τρώνε μου τα σπλάχνα;

Πουλί μου εσύ που μου φερνες νεράκι στην παλάμη
πώς δε θωρείς που δέρνουμαι και τρέμω σαν καλάμι ;

Στη στράτα εδώ καταμεσής τ' άσπρα μαλλιά μου λύνω
και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο.

Φιλώ το παγωμένο σου χειλάκι που σωπαίνει
κι είναι σαν να μου θύμωσε και σφαλισμένο μένει.

Δεν μου μιλάς κι εγώ η δόλια τον κόρφο δες, ανοίγω
και στα βυζιά που βύζαξες, τα νύχια, γιε μου μπήγω.

Επιτάφιος/Γιάννης Ρίτσος

*(Αθήνα. Μάρτης του 2010. Μια μάνα, καταμεσής του δρόμου, μοιρολογάει το σκοτωμένο παιδί της. Γύρω της και πάνω της δεν βουίζει κανείς. Εκείνη συνεχίζει το θρήνο της)


Καλή ανάσταση Σύντροφοι

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου