Ο Albert Camus έμεινε ορφανός από πατέρα μόλις 8 μηνών μωρό. Η μεγάλη ανέχεια της οικογένειάς του τους οδήγησε στο σπίτι της γιαγιάς του, από την πλευρά της μάνας του, όπου και μεγάλωσε. Ο Καμύ γεννήθηκε στην Αλγερία, τότε (1913) γαλλική αποικία. Η σχέση της οικογένειας με την εκκλησία ήταν καθαρά τυπική, ενώ και οι μεταφυσικές ανησυχίες εξαιρετικά… υποτονικές. Όταν κάποιος πέθαινε, η γιαγιά του έλεγε: «Ωραία,… αυτός δεν θα ξανακλάσει πια». Στα είκοσί του, έλεγε ο ίδιος: «όπως ο θάνατος ενός συγγραφέα μας κάνει να υπερβάλλουμε για τη σπουδαιότητα του έργου του, έτσι και ο θάνατος ενός ατόμου μας κάνει να υπερτιμούμε τη θέση του ανάμεσα μας».
Φαίνεται πως είναι πιο εύκολο στην επιπόλαιη νεότητα ή στα ράθυμα γερατειά να είναι κυνικά ρεαλιστικά για το θάνατο. Πιο εύκολο σε σχέση με αυτή τη μέση ηλικία που αποχαιρετάει σιγά-σιγά την μία άκρη της με τους ανθρώπους που τη σηματοδοτούσαν, πορευόμενη γυμνή στην άλλη της άκρη και ανήσυχη στοχάζεται συχνά το αναπόφευκτο.
Ο David O. Selznick, παραγωγός της θρυλικής ταινίας «Όσα παίρνει ο άνεμος» (1939), μέχρι το θάνατό του το 1965 πάσχιζε να επηρεάσει τον… επικήδειο που θα του έγραφαν οι εφημερίδες όταν θα ερχόταν το μοιραίο! Όντας ένας εξαιρετικός παραγωγός της παλιάς σχολής του Χόλυγουντ, αν και έκανε επιτυχίες και στη συνέχεια (έφερε τον Hitchcock στην Αμερική, κ.α.), δεν απέφυγε αυτό που απευχόταν: οι εφημερίδες έγραψαν: πέθανε ο παραγωγός του «όσα παίρνει ο άνεμος»! Η ιστορία αυτή μοιάζει λίγο με τα άψυχα πανομοιότυπα κείμενα που γράφτηκαν αυτές τις μέρες για το θάνατο του ποιητή Τάκη Βαρβιτσιώτη: «…Τιμήθηκε με το Βραβείο της Ομάδας των Δώδεκα, το Α΄Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το Βραβείο Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών, το Βραβείο Ουράνη, το Παγκόσμιο Βραβείο Ποίησης Φερνάντο Ριέλο, τον τίτλο του Ιππότη του Γαλλικού Τάγματος των Γραμμάτων και των Τεχνών και το ευρωπαϊκό Βραβείο Χέρντερ.»
Μπλα μπλα μπλα…
Ρε σεις πριν από λίγες μέρες πέθανε επίσης η Καίτη Λαμπροπούλου. Αν κλείνατε τα μάτια σας και στραγγίζατε μέσα σας το όνομά της, δεν θα λέγατε: έσβησε ένα πιπεράτο γέλιο, μια μπάσα κελαριστή φωνή;
Πόσων ανθρώπων, που δεν ξέρουμε καλά, έχει μείνει μέσα μας το χαμόγελό τους;
Φαίνεται πως είναι πιο εύκολο στην επιπόλαιη νεότητα ή στα ράθυμα γερατειά να είναι κυνικά ρεαλιστικά για το θάνατο. Πιο εύκολο σε σχέση με αυτή τη μέση ηλικία που αποχαιρετάει σιγά-σιγά την μία άκρη της με τους ανθρώπους που τη σηματοδοτούσαν, πορευόμενη γυμνή στην άλλη της άκρη και ανήσυχη στοχάζεται συχνά το αναπόφευκτο.
Ο David O. Selznick, παραγωγός της θρυλικής ταινίας «Όσα παίρνει ο άνεμος» (1939), μέχρι το θάνατό του το 1965 πάσχιζε να επηρεάσει τον… επικήδειο που θα του έγραφαν οι εφημερίδες όταν θα ερχόταν το μοιραίο! Όντας ένας εξαιρετικός παραγωγός της παλιάς σχολής του Χόλυγουντ, αν και έκανε επιτυχίες και στη συνέχεια (έφερε τον Hitchcock στην Αμερική, κ.α.), δεν απέφυγε αυτό που απευχόταν: οι εφημερίδες έγραψαν: πέθανε ο παραγωγός του «όσα παίρνει ο άνεμος»! Η ιστορία αυτή μοιάζει λίγο με τα άψυχα πανομοιότυπα κείμενα που γράφτηκαν αυτές τις μέρες για το θάνατο του ποιητή Τάκη Βαρβιτσιώτη: «…Τιμήθηκε με το Βραβείο της Ομάδας των Δώδεκα, το Α΄Κρατικό Βραβείο Ποίησης, το Βραβείο Ποίησης της Ακαδημίας Αθηνών, το Βραβείο Ουράνη, το Παγκόσμιο Βραβείο Ποίησης Φερνάντο Ριέλο, τον τίτλο του Ιππότη του Γαλλικού Τάγματος των Γραμμάτων και των Τεχνών και το ευρωπαϊκό Βραβείο Χέρντερ.»
Μπλα μπλα μπλα…
Ρε σεις πριν από λίγες μέρες πέθανε επίσης η Καίτη Λαμπροπούλου. Αν κλείνατε τα μάτια σας και στραγγίζατε μέσα σας το όνομά της, δεν θα λέγατε: έσβησε ένα πιπεράτο γέλιο, μια μπάσα κελαριστή φωνή;
Πόσων ανθρώπων, που δεν ξέρουμε καλά, έχει μείνει μέσα μας το χαμόγελό τους;
Λίγων έως ελάχιστων. Των αγαπημένων κυρίως μένουν, γιατί περιστρέφουμε-χτίζουμε τη ζωή μας γύρω απ΄τα δικά τους χαμόγελα. ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήηθελα να φέρω παρέα σε αυτό το σχόλιο. Το είχα αφήσει μόνο του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓεια σου θέλεις να γίνουμε φίλοι;
Ναι! Ένιωθα λίγη μοναξιά ως τώρα :)
ΑπάντησηΔιαγραφή