Η πρώτη φορά ήταν το φθινόπωρο του 1999, με τους σεισμούς. Βγήκαν όλοι στο δρόμο, αντάλλαξαν τον πανικό τους, οι κουτσομπόλες ενημέρωσαν για το ποιοι πρέπει να βρίσκονται εγκλωβισμένοι στα ασανσέρ των πολυκατοικιών, πολλοί συστήθηκαν τότε για πρώτη φορά μετά από χρόνια γειτνίασης. Η γειτονιά συγκολλήθηκε και για λίγες εβδομάδες λειτούργησε και ένα μικρό δίκτυο αλληλεγγύης.
Τα χρόνια πέρασαν και η γειτονιά επέστρεψε ταχέως στον παλιοχαρακτήρα της. Ώσπου μια μέρα έφτασε ένα συνεργείο του δήμου για να επανακαθορίσει τη θέση των κάδων για τα σκουπίδια μας. Βγήκαμε μάλλον τελευταίοι στο δρόμο απορημένοι με τη φασαρία και τον κόσμο που είχε μαζευτεί έξω απ’ το σπίτι μας. Πού θα μπει ο κάδος; Οι απέναντι τσακώνονταν ποιος έχει την πιο μεγάλη πολυκατοικία να πάει ο κάδος να κάτσει μπροστά της, στη γωνία ο ιδιοκτήτης της βιοτεχνίας ρούχων έβριζε τους εργάτες που τρυπούσαν το οδόστρωμα για να βάλουν τον κάδο (λίγες μέρες και λίγα «αρμόδια» τηλέφωνα μετά… ο κάδος πήγε απέναντι, στο νηπιαγωγείο, «γιατί του χαλούσε την πρόσοψη του μαγαζιού»). Και μπροστά στη μονοκατοικία μας ή από ‘δω πλευρά του δρόμου ομογνωμούσε: «να μπει εδώ ο κάδος. Δεν θα υποφέρουμε εμείς τη μυρωδιά και τη βρωμιά όλων σας… έχουμε και παιδιά και γέρους… θα τους πεθάνουμε δηλαδή;» Προσπαθήσαμε να ψελλίσουμε πως το σπίτι είναι ισόγειο, δεν έχει πυλωτή, δεν θα έχει απόσταση το παράθυρο από τον κάδο, πως δεν είναι δίκαιο αυτός που βάζει τα λιγότερα στον κάδο να επωμιστεί αποκλειστικά τη βρωμιά του. Η απάντηση όμως μιας εξαγριωμένης με τις αντιρρήσεις μας γυναίκας από τη διπλανή πολυκατοικία ήταν αφοπλιστική:
- Και θεωρείτε δίκαιο τόσα σπίτια να μυρίζουμε τα σκουπίδια που παράγουμε όλοι; Καλύτερα ένα σπίτι που είστε λίγοι, παρά όλοι εμείς.
(Τελικά ο κάδος μπήκε μπροστά από την πολυκατοικία της και ακριβώς κάτω από το μπαλκόνι της…)
*****
θυμήθηκα την ιστορία διαβάζοντας αυτό το "απολαυστικό" κείμενο της Riski
*****
θυμήθηκα την ιστορία διαβάζοντας αυτό το "απολαυστικό" κείμενο της Riski