Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα αγόρι σε μια βάρκα. Εκεί μέσα είχε γεννηθεί, αυτή ήταν ο κόσμος του που έπλεε στην απέραντη άδεια θάλασσα. Τα χρόνια πέρασαν και το αγόρι έγινε άντρας και η βάρκα νησί, που το έβρεχε τριγύρω η απέραντη άδεια θάλασσα. Δεν έπλεε πια, γιατί τι νόημα έχει να είσαι βάρκα, αν δεν είναι κάπου να φτάσεις, σε κάποιο προορισμό. Κι ύστερα πέρασαν τα χρόνια κι ο άντρας γέρασε πολύ κι έγινε θάλασσα. Γιατί τι νόημα έχει να είσαι ο προορισμός, αν δεν είναι κάποιος σε σένανε να φτάσει;
* ο πίνακας είναι του Νίκου Λύτρα (1883-1927)
όμορφο, καλημέρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα Καραγκιοζάκι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΤαξιδευτής και προορισμός, ένα πράμα, το ίδιο, ε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΠάρα πολύ ωραίο, Γιώργο. Μπράβο!
Ενώ σαν θάλασσα μπορείς πάντα να ελπίζεις για ένα αγόρι και μια βάρκα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλημέρα!
@Riski: Καλημέρα. Είναι και η θάλασσα κάπως σαν ουρανός. Αν δεν είναι το καθρέπτισμά του (http://ouden-amiges.blogspot.com/2012/02/blog-post_26.html)
ΑπάντησηΔιαγραφή@Φαούδι: Καλημέρα. Ο καθένας βρίσκει το δικό του επιμύθιο στις ιστορίες... (δες εδώ: http://www.vivliothekarios.blogspot.com/2011/06/blog-post_24.html)
Πολύ ωραίο, Γιώργο!
ΑπάντησηΔιαγραφήμου άφησε μια γεύση θλίψης ... όπως και ο πίνακας
ΑπάντησηΔιαγραφήκαλησπέρα
"Τι νόημα έχει να είσαι ο προορισμός, αν δεν είναι κάποιος σε σένανε να φτάσει;"
ΑπάντησηΔιαγραφήΕντάξει, τα είπες όλα.
Ως προς το περιεχόμενο, είναι πολύ πικρό.Κλέβεις τις σκέψεις των άλλων, το ξέρεις; Θα βρεις καμιά ώρα κάνα μπελά από όσους τις αναγνωρίσουν και θελουν να τις ξεχάσουν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΟ πίνακας ξανοίγει λίγο τη μουντίλα.
@Ανώνυμος: Καλημέρα... ευχαριστώ!
ΑπάντησηΔιαγραφή@Βάσω Α.: η θλίψη και η πίκρα κρατούν στη γεύση μας λίγο περισσότερο από τη χαρά νομίζω. Καλώς ήρθες στο φτωχικό μου. Σερβίρουμε βύσσινο γλυκό.
@Όπως κατάλαβες, η ιδέα του κειμένου συνοδεία πίνακα είναι.... κλεμμένη. Η μικρή φόρμα στα κείμενα είναι νομίζω εξαιρετικά ενδιαφέρουσα: καθώς πετάς τα περιττά, γεμίζεις το λίγο σου ασφυκτικά με το ουσιώδες.
@Renata: Εγώ έξω τη βρήκα τη σκέψη. Φαντάστηκα πως κάποιος την είχε πετάξει γιατί δεν την ήθελε. Δεν την έκλεψα. Και τελοσπάντων, όπως λένε και οι Αρβανίτες: "όποιος το έχασε, το έχασε. Όποιος το βρήκε, το πήρε" (κους ε μπούαρ, ε μπούαρ, κους ε τσόι, ε μούαρ).
Υπέροχο αγαπητέ βιβλιοθηκάριε! Με γοήτευσε για κάποιο λόγο :-) Μου θυμίσατε και κάπως αυτό, (που χρόνια τώρα με συνοδεύει): "και νιώθω σαν μια απέραντη, πλατιά γαλάζια θάλασσα, που οι στενοί απάνω μου ουρανοί δε μου σκεπάζουν το νερό" Μεταρσίωση-Βρεττάκος.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα'στε καλά νομίζω πως μόλις μου φτιάξατε μια "πεσμένη" μέρα :-) γιατί για μένα πολύ αισιόδοξο φαντάζει αυτό που γράψατε.
Σας ευχαριστώ: και τα σχόλια μπορούν να φτιάξουν την αρχή μια μέρας. Καλημέρα
ΑπάντησηΔιαγραφήάμα γερνάς γίνεσαι θάλασσα;
ΑπάντησηΔιαγραφήείναι μια παρηγοριά να ξέρεις που γυρνάς πάντως
υ.γ. μου άρεσε πολύ
Ναι. Σε ευχαριστώ. Κι εγώ το ευχαριστήθηκα. Συμβαίνει καμιά φορά όταν βγαίνουν κάποια κείμενα από μέσα σου...
ΑπάντησηΔιαγραφή