Στο τέλος του δρόμου που οδηγούσε περίπου στην άκρη του κόσμου, ή τελοσπάντων στην άκρη αυτού του νησιού, έζησε ένας άνθρωπος. Δεν ήταν δικός μας - εννοώ δεν γεννήθηκε εδώ. Ήταν στεριανός. Αγάπησε τον τόπο μας κι έγινε ψαράς κι ύστερα άνοιξε μια ταβέρνα στο τέλος του δρόμου που οδηγούσε περίπου στην άκρη του κόσμου κι ο κόσμος ερχόταν να φάει και να ακούσει τα τραγούδια που έλεγε, που ταξιδεύουν τις ψυχές των ανθρώπων στις θάλασσες του πόθου και της λήθης.
Μια μέρα ο ψαράς ένιωσε έναν μεγάλο πόνο στην κοιλιά, και την επόμενη μέρα και για πολλές ακόμη δεν μπορούσε να φάει και τα μάτια του είχαν σκοτεινιάσει, κι ανησυχήσαμε και του είπαμε να πάει στην Αθήνα. Οι γιατροί του είπαν πως πρέπει να μπει στο χειρουργείο. Όταν άνοιξαν την κοιλιά του πετάχτηκε από μέσα ένα τεράστιο ψάρι που άνοιξε το θεόρατο στόμα του και τον έφαγε όλο.
Στο τέλος του δρόμου τώρα πια είναι το τέλος του κόσμου.
***
ο πίνακας είναι του Antonio Frasconi
Ένας άνθρωπος,με τις ίδιες ασχολίες, την ίδια ταβέρνα και το ίδιο όνομα φαγώθηκε από ένα ίδιο ψάρι με τον ίδιο τρόπο στο νησί μας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜικρός ο κόσμος ή μεγάλες οι ομοιότητες;
Μικρός ο κόσμος. Τον γνώρισα πρόπερσι στην Πλατιά Άμμο, τις μέρες της συμφωνίας τα λέγαμε. Φέτος τα ξανάπαμε στην καντίνα του Ηρακλή. Παραπονιόταν για πόνο στην κοιλιά...
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν τον είχα γνωρίσει.Κοινούς γνωστούς είχαμε.Έστειλα το κείμενό σου σ'ένα Κυθηραϊκό blog(Dragonera Rossa) που του έκαναν κάτι σαν αποχαιρετιστήριο αφιέρωμα και το πρόσθεσαν.
ΑπάντησηΔιαγραφή