Μια φορά κι έναν καιρό ένας ποιητής έφτιαξε ένα σπίτι με λέξεις, που είχε μαζέψει χρόνια ολόκληρα αλητεύοντας στα πάθη των ανθρώπων και στους εφιάλτες τους. Οι λέξεις είναι το μόνο οικοδομικό υλικό που αναγνωρίζουν οι ποιητές. Ήθελε να έχει μια σκεπή όταν βρέχει, κι ένα κρεβάτι να κοιμηθεί όταν η νύχτα έσβηνε της μέρας τα έργα. Ήθελε κι αυτός ένα σπίτι, όπως όλοι οι άνθρωποι. Για να κρύβεται. Το σπίτι είχε πόρτες και παράθυρα, κουρτίνες, ντουζιέρες, ντουλάπες, τραπέζι και ψυγείο από λέξεις φτιαγμένα. Ακόμη και το κουτάλι που χρησιμοποιούσε στη σούπα του ήταν μια φράση που γέμιζε από λέξεις, τις οδηγούσε στο στόμα του κι εκείνος τις κατάπινε. Όταν όλα τελειώσαν, στο σπίτι του έμεινε έγκλειστος πια για χρόνια. Κανείς δεν έμαθε ποτέ γι' αυτόν, ούτε διάβασε κάποιο καινούριο ποίημά του. Γιατί το σπίτι είναι ο τάφος του ποιητή - το ταξίδι του στις λέξεις τελειώνει. Κι έζησε αυτός καλά κι εμείς καλύτερα!
Ο θάνατος είναι ένα μπουκάλι που γέμισε, ένας ποιητής που δεν μαζεύει λέξεις, ένας έφηβος που σταμάτησε να παίζει.
***
ο πίνακας είναι του Γιώργου Ρόρρη
Ο θάνατος είναι ένα μπουκάλι που γέμισε! Αυτό. Μπούκωσε δηλαδή... ζωή! Και τέρμα!
ΑπάντησηΔιαγραφήΌχι τα άλλα. Ο έφηβος είναι ζωή, μόνο ζωή έτσι κι αλλιώς.
Κι ο ποιητής είναι οι λέξεις του. Πολύ ωραία αυτά που γράφεις Γιώργο!
Νομίζω πως ο θάνατος υπάρχει παντού Κατερίνα - όχι πάντα με την ίδια ένταση. Και βέβαια ο έφηβος είναι ζωή. Αλλά σκότωσε το παιδί που ήταν για να πάει μπροστά. Κάτι άφησε πίσω του για να συνεχίσει. Γέμισε όπως το μπουκάλι από παιδικότητα και τώρα (κατά κανόνα) δεν γεμίζει άλλο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε ευχαριστώ πολύ (πάντα) για τα σχόλιά σου!