Δευτέρα 4 Ιουνίου 2018

Το παραμύθι των δυο πηγών



Μια φορά ήταν μια πηγή στην κορυφή ενός λόφου. Κόσμος και ντουνιάς, άνθρωποι, πουλιά και ζωντανά έρχονταν να ξεδιψάσουν από το νερό της, άλλος γλυκός και τρυφερός, άλλος λαίμαργα πίνοντας, άλλος με το ραμφάκι του και άλλος με τις χούφτες απλωμένες. Κι όλοι φεύγαν ευχαριστημένοι που χόρταιναν τη δίψα τους. Κι η πηγή ήταν ευτυχισμένη. Όχι για όλη ετούτη τη ζωή και τη βουή τριγύρω της, αλλά για το νερό που πήγαζε από μέσα της, γιατί οι πηγές για ‘τούτο θα χαίρονται και τίποτα άλλο δεν θα τις νοιάζει μάλλον. Μια μέρα στην πηγή ήρθε κι έκατσε ένα όμορφο παλικάρι, έσκυψε, τα χείλη του φιλήσαν το νερό και τα χέρια του το χάιδεψαν, όπως χαϊδεύουν άγουρα αυτά άγουρο στήθος με άγουρο έρωτα, σύγκορμα τρέμοντας και τρίζει ο ουρανός και του Άδη ακόμη και τα πιο σκοτεινά λαγούμια. Κι ύστερα κάθισε στο πλάι και πήραν στα μάτια του να τρέχουν δάκρυα κι ένα τραγούδι αρχίνισε να λέει για του έρωτα τα πάθη, για την αγάπη που προδόθηκε.

Πέρασε καιρός. Ο νέος δεν έφυγε ποτέ από ‘κει. Με τα χρόνια γέρασε, τα γένια, τα μαλλιά του ασπρίσαν και μακρύναν, βρύα φυτρώσαν στα χείλη του και σαλιγκάρια σύρθηκαν στα χέρια του. Το τραγούδι του σώπασε, όμως τα μάτια του ποτέ δεν στέρεψαν. Μια νύχτα η σελήνη τον σκέπασε το μαγικό της σάλι κι έγινε ευθύς πέτρινη πηγή κι αυτός. Κι οι άνθρωποι, τα πουλιά και τα ζωντανά έρχονταν να ξεδιψάσουν πια στις δυο πηγές στην κορυφή του λόφου.

Υπάρχουν πηγές που χαίρονται να αναβλύζουν το κρυστάλλινο νερό, κι άλλες που δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς.

***
ο πίνακας είναι του Grand Wood

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου