Μια φορά κι έναν καιρό ή ίσως απόψε ένας άνθρωπος έζησε στο μεταίχμιο των κόσμων: το παραμύθι ξεκίνησε σε έναν κόσμο που οριστικά καταστρεφόταν αφανίζοντας με την ορμητική του αποφασιστικότητα κάθε ομορφιά, κάθε ζωή και κάθε ελπίδα. Άρχισε να τρέχει απελπισμένος να αποφύγει την αδυσώπητη ισχύ του μεγαλειώδους κατακλυσμού, όταν έξαφνα βρέθηκε σε ένα παράξενα ήρεμο σύνορο με δέντρα ψηλά κι ένα τρομερό δράκο να φυλά το πέρασμα αποτρέποντας κάθε μετάβαση στην απέναντι πλευρά. Ο δράκος φάνηκε για πρώτη ίσως φορά να νικιέται από τα τεχνάσματα του ανθρώπου του παραμυθιού ή του ονείρου και τον άφησε να ξεφύγει και να σωθεί από το καταστροφικό τέλος. Ο άνθρωπος μας ή ίσως εγώ βρέθηκε σε έναν τόπο ειρηνικό, έκανε προκοπή κι αγάπησε, απέκτησε παιδιά κι εγγόνια κι όταν στα βαθιά του γερατειά είδε έξαφνα το δράκο να τον πλησιάζει ξανά, δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια του και την ψυχή του γιατί ήξερε πως έπρεπε να επιστρέψει πάλι στον αδυσώπητο κατακλυσμό της απέναντι πλευράς του κόσμου. Από την επαναλαμβανόμενη ευτυχία των αιώνων να διαλέξει πια το οριστικό μεγαλείο του ολέθρου. Τέλος του ονείρου, καλημέρα σας!
***
Το χαρακτικό είναι του Χριστόφορου Κατσαδιώτη
Πέρασα να τσεκάρω αν είχες μεταφέρει αυτό το ωραίο κείμενο από το φβ στο ιστολόγιο
ΑπάντησηΔιαγραφήΕύγε!
Τα περνάω σιγά-σιγά εδώ... να μείνουν για κάθε ενδεχόμενο Τσαλ!
ΑπάντησηΔιαγραφή