Μια φορά κι έναν καιρό
ήταν η κυρία Θωμαΐς, που είχε πολύ παχιά φρύδια – όμως αυτό το χαρακτηριστικό της
ελάχιστη σχέση έχει με την ιστορία μας. Η κυρία Θωμαΐς έμενε στις εργατικές
πολυκατοικίες με τα μικρά κηπάκια τους, όμως και αυτό δεν μας αφορά εδώ ιδιαίτερα.
Αυτό που έχει σημασία είναι πως μια μέρα η κυρία Θωμαΐς έγραψε σε ένα χαρτί τα
ψώνια της για το μανάβη: «πράσα, αγγούρια, κολοκύθια (στρογγυλά), άνηθος, καρότα,
μήλα, γαρυφαλλιά». Της άρεσαν τα γαρύφαλλα της κυρίας Θωμαΐδος και πάντα έπαιρνε
μια γλάστρα αυτή την εποχή. Κινδυνεύοντας πάλι να ξεφύγω στα περιττά, να πω εν
συντομία πως επίσης παρά τα περασμένα χρόνια της τής άρεσε και ο νεαρός που δούλευε
στο μανάβικο του Σταμάτη και συχνά του ζητούσε να της μεταφέρει τα ψώνια στο σπίτι
για να έχει την ευκαιρία να τον ακούσει να ανεβαίνει στο διαμέρισμά της με την
αντρίκια περπατησιά του.
Εκείνη η μέρα ήταν η σημαντικότερη της ιστορίας μας. Γιατί ο
αέρας πήρε το χαρτί με τα ψώνια από το τραπέζι της κουζίνας, το χόρεψε για λίγο
στο φως της μέρας και ύστερα το άφησε στο δρόμο κι εκεί το βρήκε (η λιτότητα στις
ιστορίες είναι μια ανεκτίμητη αρετή) ένας ποιητής (από τους κανονικούς, όχι από
αυτούς που λένε ότι είναι ποιητές και μόνο αυτοί το λένε). Το έπιασε στα χέρια
του, φάνηκε για λίγο να το ζυγίζει (όπως κάνουν οι ποιητές με τα κείμενα και τις
λέξεις) και το έχωσε βιαστικά στην κωλότσεπη. Όταν πήγε σπίτι, γδύθηκε, έκανε ένα
μπάνιο και ύστερα κάθισε στο γραφείο του, έβγαλε το χαρτί, το ξαναζύγισε και πήρε
μια καθαρή κόλλα χαρτί, την πέρασε στη γραφομηχανή του και καθαρόγραψε τα ψώνια
της κυρίας Θωμαΐδας:
«Πράσα
Αγγούρια
Κολοκύθια (στρογγυλά)
Άνηθος
Καρότα
Μήλα
Γαρυφαλλιά»
Να μην αργήσουμε λοιπόν να φτάσουμε στο τέλος της ιστορίας
(αν έχουν ποτέ τέλος οι ιστορίες). Ο κανονικός ποιητής έβαλε το χαρτί μαζί με κάποια
άλλα και τα έστειλε στον εκδότη του. Λίγους μήνες μετά εκδόθηκε η ποιητική του
συλλογή με τίτλο «τα ψώνια». Οι κριτικοί ενθουσιάστηκαν, ήταν σίγουρα η πλέον ώριμη
συλλογή του, κάποιος είπε πως «τα ποιήματά του τρυπούν τον παθητικό υμένα της ντόπιας
ποιητικής παραγωγής» και ως ενδεικτικό ποίημα πρόβαλε τα ψώνια της κυρίας Θωμαΐδος.
Η κυρία Θωμαΐς εν τω μεταξύ πέθανε. Στην κηδεία της ήρθαν λίγοι
γείτονες - συγγενείς δεν είχε. Ήρθε και
το παιδί που δουλεύει στο μανάβικο του Σταμάτη.
Παρά τις στρεβλὲς εστιάσεις, τον πληθωρισμὸ των μέσων και τις σπατάλες που εντοπίζω στο κείμενο, δεν μπορώ παρά να αναγνωρίσω τις αδιαμφισβήτητες αρετές του, τον μοναδικό ρυθμό του, το πρωτότυπο του θέματος που πραγματεύεται και να σε ευχαριστήσω θερμά για την αφιέρωση. Αν κι εγώ ζήτησα ένα ποστ με τραμπάλες.
ΑπάντησηΔιαγραφήυ.γ. άλλαξε το "τρυπούν" με τη λέξη "διακορεύουν"
Μα τι ωραίες ιστορίες κι οι δύο! :)
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν γίνεται Τσαλ να το αλλάξω... μυστηριωδώς μου έχει εντυπωθεί έτσι η φράση.... ;)
ΑπάντησηΔιαγραφήΚούλικο στη μνήμη μας τατού η φράση. Αξέχαστη.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕξαιρετικο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΑπολαυστικό και βαρυσήμαντο στην απλότητά τους πρέπει να παραδεχτούμε- και το κείμενο και το ποίημα..
ΑπάντησηΔιαγραφήΕυχαριστώ για τα σχόλιά σας. Καλώς ήρθατε οι καινούριοι ;)
ΑπάντησηΔιαγραφή