Παρασκευή 21 Μαρτίου 2025

Υλικά ποιητικών οικοδομών


Νομίζω πως η ποίηση είναι οιωνοσκόπηση. Θέλω να πω δηλαδή πως είναι ο τρόπος καταρχάς να βλέπεις τα μη ορατά κι ύστερα να τα ερμηνεύεις προτείνοντας ένα νόημα.

Θα μπορούσα να δώσω ένα παράδειγμα, χωρίς να επιχειρήσω να γράψω ένα ποίημα, θα συλλέξω δηλαδή υλικά της ποίησης. Σήμερα το πρωί μια γυναίκα σιγομουρμούριζε στο λεωφορείο "μια φορά μονάχα φτάνει να ραγίσει το γυαλί" κι εγώ φαντάστηκα πως είναι μια ραγισμένη μποτίλια που κάνει βέβαια τη δουλειά της, όμως κάτι, από όσα μέσα της κουβαλά, διαρρέει. Σκέφτηκα πως κι εγώ έχω ραγίσει κι ίσως πρέπει να αντικατασταθώ - οι άνθρωποι δεν εμπιστεύονται όσους έχουν τραυματιστεί, φοβούνται μην κοπούν.

Λίγο πιο πριν, στη στάση των αστικών λεωφορείων περιμένοντας, παρατήρησα κάποιους μεγάλους σε ηλικία ανθρώπους που βοηθούσαν τα παιδιά τους να μπουν σε ένα μεγάλο λεωφορείο κάποιου φορέα κατάρτισης ατόμων με νοητική στέρηση. Από όλη τη σκηνή που εκτυλίχθηκε αργά μπροστά μου συγκράτησα το χέρι του υπέργηρου πατέρα που χάιδευε την πλάτη της κόρης του καθώς τη βοηθούσε να ανέβει στο όχημα. Κι ύστερα το χαμόγελο της μάνας που έμοιαζε με ένα βαθύ πηγάδι καθώς την αποχαιρετούσε. Σκέφτηκα το χέρι του πως είναι ένα πουλί που θα πετάει δίπλα στην κόρη για πάντα κι ας μην καταλαβαίνει εκείνη όλα του κόσμου ετούτου. Τα χέρια των πονεμένων ανθρώπων είναι πουλιά.

Κι όταν τελικά έφτασα στον προορισμό μου, στον ουρανό πετούσαν σε σχηματισμό κάτι πουλιά και χαμογέλασα - νομίζω πως κάποιος που θα με έβλεπε, θα θεωρούσε πως είμαι κάπως ελαφρόμυαλος να χαμογελάω χωρίς λόγο. Οιωνοσκόπος λοιπόν, αλλά τώρα πρέπει να δουλέψω. Να πουλήσω δηλαδή ένα κομμάτι του εαυτού μου για να αγοράσω ένα κομμάτι του κόσμου.

*Ο πίνακας είναι του Τάσου Μαντζαβίνου

Δευτέρα 10 Μαρτίου 2025

Το ποίημα του Άρη (ΙΙ)



Με πήρε ο δρόμος μακριά
Πηγαίνοντας άφησα πίσω
Τα ρούχα και τη γύμνια μου ακόμη
Τις σκέψεις και τα ποιήματά μου
Τα παιδιά μου
Τις λέξεις
Ως και τις μνήμες μου κάπου πέταξα

Κι η αλήθεια είναι πως δεν έφτασα κάπου
Δεν βρέθηκα πουθενά -
Θέλω να πω πως ίσως ο δρόμος
Δεν με οδήγησε
Είμαι εκεί από όπου ξεκίνησα, ή εν τέλει δεν ξεκίνησα ποτέ.

Μοιάζει κάπως ακατανόητο,
αλλά ο δρόμος δεν σε πάει
Σε φέρνει από εκεί που είχες χαθεί.
Ναι αυτό είναι:
Με πήρε ο δρόμος
Και με έφερε πίσω
Απ' τα ρούχα και τη γύμνια μου
Τις σκέψεις και τα ποιήματά μου
Τα παιδιά μου
Τις λέξεις
Με επέστρεψε απ' τις μνήμες.

Γιατί ο δρόμος είναι ένα βέλος που μας σημαδεύει. Κατευθείαν στην καρδιά.

*
Ο πίνακας είναι του Τάσου Μαντζαβίνου