Παρασκευή 29 Νοεμβρίου 2013

Γέφυρες και χάρτες


Δεν έχω κάνει ταξίδια μακρινά. Ένα μονάχα πριν από χρόνια. Θα έλεγα πως μάλλον έτυχε όλον αυτό τον καιρό να ιεραρχώ αλλιώς τα πράγματα, παραμένω ωστόσο ιδανικός εραστής τους- κι ανάξιος ίσως. Το μόνον της ζωής μου ταξείδιον ήταν μάλλον μοναδικό: ανακάλυπτα πριν 16 χρόνια το Κάιρο και την Αλεξάνδρεια για 13 μέρες, φιλοξενούμενος φίλων, νομίζω πως εντός μου έχω καθετί που αιχμαλώτισαν οι αισθήσεις μου εκεί. Τη μυρωδιά του Καΐρου, τις ταναγραίες της Αλεξάνδρειας, τον Σερίφ (θαρρείς δραπέτευσε από ποίημα του Καβάφη), τη Μοντάζα, τη γλυκοπατάτα στο δρόμο, το παγωτό μαστίκα, το Νείλο, το κάστρο του Καϊτ-μπέη, τη βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου, το νεκροταφείο του Καΐρου, τις δυο αρμένισσες γριές… Τους κουβαλώ μαζί μου, όπως κανείς κουβαλάει τα μπαγκάζια του από τόπο σε τόπο πηγαίνοντας.

Δεν έχω κάνει ταξίδια μακρινά. Κι ας τα ονειρεύτηκα. Κι ας τα σχεδιάζω στους απόκρυφους χάρτες της ζωής μου- σχεδόν με κάθε τους λεπτομέρεια: Παρίσι των αρχών του 20ου αιώνα, Αργεντινή του Μπόρχες και του Τσε, Πολωνία του Άουσβιτς, Αυστρία του Μαουτχάουζεν, Ισπανία του Λόρκα, του Μιρό, του Πικάσο, του Γκρέκο, του Σαλβαντόρ Νταλί, Πορτογαλία των φάντος, Σκωτία, Κωνσταντινούπολη, Ρωσία (Πετρούπολη, Μόσχα, υπερσιβηρικός), Νέα Υόρκη, Καλιφόρνια (του Στάινμπεκ), Περού…

Δεν είναι και τόσο ακριβές πως δεν έχω ταξιδέψει πολύ. Πιτσιρίκος και για πολλά χρόνια στο παιδικό μου δωμάτιο είχα μια αφίσα του Παρισιού- φαίνεται ο Σηκουάνας σε πρώτο πλάνο και στο βάθος ο πύργος του Άιφελ. Την αφίσα την πήρα μαζί μου στο φοιτητικό σπίτι. Τώρα την έχω στο πατάρι. Σκεφτόμουν λοιπόν κάποτε πως θα πάω εκεί, εκεί που δείχνει η αφίσα, θα κάτσω πάνω στη γέφυρα με πλάτη τον Πύργο και θα κοιτάξω από ‘κει στο παιδικό μου δωμάτιο έναν πιτσιρίκο που ονειρεύτηκε κάποτε ταξίδια. Και θα τον χαιρετίσω - σαν νικητής και νικημένος.

Έλεγα λοιπόν πως προφανώς έχω ταξιδέψει πολύ. Ταξιδεύω στους δρόμους αυτής της δυστυχισμένης πόλης, ταξιδεύω στους ανθρώπους, σε πίνακες ζωγραφικής, στα όνειρά μου ταξιδεύω (συχνά πετώντας), ταξιδεύω γράφοντας και διαβάζοντας. Κι αυτά είναι ταξίδια σαν και τ’ άλλα. Διάβασα σήμερα στο τρόλεϊ ερχόμενος στη δουλειά σελίδες ενός βιβλίου της εβραίας Ruth Kluger με τίτλο «Άρνηση μαρτυρίας: Βιέννη, Άουσβιτς, Νέα Υόρκη» (Θεμέλιο, 2008). Λέει κάπου κάτι που δεν είχα ποτέ πάλι επισκεφθεί (μιλώντας για τα ναζιστικά στρατόπεδα εξόντωσης και τη συντήρησή τους ως μνημεία σήμερα):

«Με αυτά τα άμορφα, αφανή περισσεύματα περασμένων εγκλημάτων δεν τιμούμε τους νεκρούς, τους συλλέγουμε και τους διατηρούμε, επειδή με κάποια έννοια τους χρειαζόμαστε: μήπως για να ξορκίσουν πρώτα τη δυσφορία μας και έπειτα να μας καταπραΰνουν; Ο άλυτος κόμπος που αφήνει η παράβαση ενός τέτοιου ταμπού όπως της μαζικής ανθρωποκτονίας, της παιδοκτονίας, μεταβάλλεται σε αλύτρωτο φάντασμα που του παραχωρούμε ένα είδος καταφύγιο για να στοιχειώσει. Ποτέ ξανά. Έτσι κι αλλιώς ποτέ ένα πράγμα δεν γίνεται δεύτερη φορά- ως προς αυτό, κάθε συμβάν είναι μοναδικό, όπως κάθε άνθρωπος, ακόμη και κάθε σκύλος. Θα ήμασταν απομονωμένες μονάδες, αν δεν υπήρχαν η σύγκριση και η διαφοροποίηση, οι γέφυρες που ενώνουν τη μια μοναδικότητα με την άλλη μοναδικότητα… μέρος απ’ όσα έγιναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, έχει γίνει και γίνεται επανειλημμένα σε πολλά μέρη του χθες και του σήμερα, και τα ίδια τα στρατόπεδα συγκέντρωσης είναι μίμηση του προχθές (μοναδική βέβαια μίμηση)….».

Μοιάζει παράταιρο το απόσπασμα ενός στοχασμού για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης σε ένα κείμενο για ταξίδια. Αυτό όμως που λέει η Kluger, πως συντηρούμε το τραύμα για να μην το αφήσουμε να μας κυριεύσει, είναι για μένα τουλάχιστον ένας νέος τόπος. Πολλές φορές σε βρίσκει ο προορισμός, χωρίς εσύ να τον αναζητάς- σαν να είσαι εσύ το αξιοθέατο κι εκείνος, ο ταξιδιώτης. Σήμερα το πρωί πήγα σε αυτόν το νέο τόπο και κάθισα για λίγο- καθώς το τρόλεϊ κυλούσε στους δύστυχους δρόμους αυτής της πόλης. Κάθομαι στο γραφείο, ανοίγω τον υπολογιστή, μπαίνω στο internet και διαβάζω δυο κείμενα: το ένα είναι της φίλης μου της kizilkum και μιλάει για το ταξίδι της πτώσης. Το άλλο είναι του Τσαλαπετεινού και κυκλοφορεί στο μετρό της Νέας Υόρκης.


Ακόμα κι αν δεν έκανα ταξίδια μακρινά (ποιος ορίζει το μέγεθος της απόστασης εξάλλου;) καμιά φορά σκέφτομαι πως είμαι σε ένα αδιάλειπτο πηγαινέλα. Θα ήθελα όμως κάποτε να πάω στο Παρίσι- να το ξέρετε…

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

Αστρονομία


Πόσο εύκολο είναι στη Στέλλα να γίνει αστέρι. Στέκεται όρθια μπροστά μου, ανοίγει τα χέρια και απλώνει τα πόδια της, χαμογελάει και λέει: "κοίτα μπαμπά - είμαι αστέρι"!

(Ξέρω κι ανθρώπους που για να γίνουν αστέρια έχασαν όλη τη λάμψη τους...)

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2013

FLou



Σε ένα βιβλιοθηκονομικό Συνέδριο
που πήγα
την προηγούμενη Παρασκευή
κανείς δεν μίλησε για τις βιβλιοθήκες που κλείνουν
για τους βιβλιοθηκονόμους που απολύονται
ενώ δεν περισσεύουν

- γιατί θα ήταν μίζερο κάτι τέτοιο
και "αντιεπιστημονικό"!

Μίλησε όμως στην αρχή ένας συγγραφέας και
είπε
πως οι βιβλιοθήκες είναι δωρητές οργάνων
στο σώμα της εκπαίδευσης και του πολιτισμού
της κοινωνίας μας.
Είπε επίσης ο Αύγουστος Κορτώ πως η βιβλιοθήκη
τον έκανε συγγραφέα γιατί του άνοιξε παράθυρα
στον κόσμο
(στο υπόγειο της βιβλιοθήκης ανακάλυψε τον Ντε Σαντ)

Διαβάζοντας σήμερα
τις λίστες των απολυμένων συναδέλφων μου
από τις ακαδημαϊκές βιβλιοθήκες
σκέφτηκα
πως η κυβέρνηση
ακρωτηριάζει τους δωρητές οργάνων
στο σώμα της εκπαίδευσης και του πολιτισμού
της κοινωνίας μας.

Υστερόγραφο σε όσους συναδέλφους σήμερα
ασχοληθούν με την ατομική τους σωτηρία:

Οι βιβλιοθήκες του μέλλοντος δεν θα υπάρξουν αν δεν παλέψουμε για το μέλλον των βιβλιοθηκών

***
Αφιερωμένο σε δυο από τους συναδέλφους που έχασαν τη δουλειά τους: στη Φωτεινή Ευθυμίου που σπουδάσαμε μαζί και στην Αντωνία Πανταζή που δουλέψαμε μαζί κάποτε και μου αφιέρωσε κι ένα βιβλίο για τη Λήμνο.

Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

Σε ένα συνέδριο βιβλιοθηκών


Είμαι λοιπόν
σ' ένα συνέδριο βιβλιοθηκών.
Συνάδελφοι από την Ευρώπη και
την Αμερική μας μιλούν για τα ηλεκτρονικά
παιχνίδια και το gamefication στις βιβλιοθήκες.

Στο Συνέδριο αυτό δεν
μιλήσαμε για την επάνοδο
της ακροδεξιάς, τις
ρατσιστικές επιθέσεις, τους
άστεγους αυτής της πόλης, τα
χιλιάδες σπίτια χωρίς ρεύμα, το
30% της ανεργίας.

Δεν μιλήσαμε γι' αυτά. Γιατί ήταν εκτός θέματος...

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2013

Η Φούντα της Μεταπολίτευσης

[Αναδημοσίευση του άρθρου του "Βιβλιοθηκάριου" στην Αυγή της Κυριακής 17/11/2013]



Το τετράχρονο κοριτσάκι έμαθε στον παιδικό σταθμό πως κάποτε ήταν ένα σχολείο στην οδό Πατησίων. Στο σχολείο μια νύχτα μπήκε ένα τανκ γιατί τα παιδιά ήθελαν να διώξουν τη... «Φούντα». «Και το τανκ σκότωσε πολλά παιδιά... τα καημένα». Ρωτάει επίσης τον πατέρα της αν «σήμερα έχουμε Φούντα». Κι εκείνος αμήχανος αλλάζει συζήτηση. Το "Χ" μπερδεύει καμιά φορά τα πράγματα...

Ανατρέχω στα παιδικά μου χρόνια, τη δεκαετία του '80, και σκέφτομαι την αίσθηση της επετείου στις γιορτές ενός σχολείου της επαρχίας. Ένα «χθεσινό» γεγονός είχε ακόμη τον ίσκιο του πάνω μας και στους μεγαλύτερούς μας. Τα χρόνια πέρασαν, κατά πώς το συνηθίζουν, και η σκιά του γεγονότος είναι πια πολύ μικρή. Η απόσταση της κόρης μου από την εξέγερση του Πολυτεχνείου είναι η ίδια με αυτή που είχα εγώ ως μαθητής από τον Πόλεμο, την Κατοχή και την Αντίσταση.

Πριν από λίγες ημέρες επισκέφθηκαν τη βιβλιοθήκη που εργάζομαι οι μαθητές ενός Λυκείου. Τους έδειξα κάποια βιβλία, τους μίλησα για την ιστορία τους, τον ρόλο, τη σημασία τους, για τις βιβλιοθήκες και μέσα από αυτά έκανα νύξεις στην πρόσφατη και παλιότερη ιστορία μας. Ήταν η πρώτη φορά που δεν «συναντήθηκα» πουθενά με μαθητές: τίποτα από ό,τι τους είπα δεν φάνηκε να συναντάει τον κόσμο τους. Υιοθετώντας ίσως και ένα μερίδιο ευθύνης σε μένα (παρ' ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που γινόταν αυτή ή παρουσίαση σε μαθητές), προσπάθησα να ερμηνεύσω μετά γιατί δεν συναντιόμαστε, γιατί φαίνεται να μην υπάρχουν κοινά σημεία αναφοράς σε ανθρώπους που απέχουν μεταξύ τους μόλις... 25 χρόνια. Αναγνωρίζοντας ίσως και το μεμονωμένο στοιχείο της περίπτωσης αυτής. Τι μας χωρίζει, αφού τίποτα δεν μας ενώνει, τι έγινε σε αυτά τα 25 χρόνια της διαφοράς μας;

Νομίζω, έγιναν πολλά. Η βιωματική γνώση αντικαταστάθηκε από την παντοκρατορία της μιντιακής αφήγησης, η Άλκη Ζέη από τον Χάρι Πότερ, η εφημερίδα από το Ίντερνετ, οι διανοούμενοι, ακαδημαϊκοί, καλλιτέχνες περιφέρονταν από διοικητικά συμβούλια σε επιτροπές κρατικών οργανισμών. Δεν χρειάζεται να γνωρίζεις ή να θυμάσαι σήμερα τίποτα, αφού με ένα κλικ μπορείς να το βρεις στο google. Η ευκολία που έχουμε στην πρόσβαση μειώνει την επιθυμία που τροφοδοτεί τη γνώση. Σχηματοποιώ κι απλοποιώ, θα μου πείτε. Πάντως αυτά τα παιδιά μεγάλωσαν σε τελείως διαφορετικό περιβάλλον από το δικό μου. Και πρέπει κάπως να συναντηθούμε. Δεν είναι πως μιλάω από την απόσταση του γερασμένου παρελθόντος κρίνοντας το μέλλον. Είναι πως με τα παιδιά αυτά μοιράζομαι το ίδιο παρόν.

Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2013

Σκυτάλη


Υπάρχουν βέβαια γεγονότα που δεν αλλάζουν τον κόσμο, αλλά που επιβεβαιώνουν πως άλλαξε. Πως άλλαξε θέση, πως έφυγε μπροστά. Ένα τέτοιο γεγονός περιγράφει η Λίνα συνομιλώντας με τον… «όμορφο» στο λεωφορείο επιστρέφοντας- το γιο της που ετοιμάζεται να φύγει.

Την Πέμπτη που στην ΕΡΤ μπήκε λουκέτο η μάνα με πήρε τηλέφωνο για να ρωτήσει αν θα πάω στη συγκέντρωση που θα γίνει στην Αγία Παρασκευή. Μου είπε πως θέλει να έρθει κι εκείνη. Το απόγευμα λοιπόν ήρθε από την Κόρινθο και ανεβήκαμε, κάτσαμε κάμποσες ώρες και ύστερα επιστρέψαμε στα σπίτια μας. Περπατούσε ανάμεσα σε μένα και τον αδερφό μου, ρουφούσε τον κόσμο γύρω της, την ομορφιά των ανυπάκουων και των μη βολεμένων, συνέλεξε κουβέντες, οργή, ήχους, σιωπές. Κι ένιωσε ίσως πως έκανε κι εκείνη το χρέος της. Δήλωσε παρουσία σε ό,τι αντιστέκεται.

Ξημέρωσε Παρασκευή. Καθισμένος στο γραφείο μου, ανάμεσα σε αιτήματα, ερευνητές και βιβλία. Η μέρα ξεκίνησε με φούρια. Χτυπάει το τηλέφωνο.

«    -    ενοχλώ;
-        εεε…
-        ήθελα να σου πω πως ένιωσα περήφανη χθες ανάμεσά σας. Ένιωσα πως πέτυχα στη ζωή μου κάτι πολύ σημαντικό: έκανα δυο θαρραλέους ανθρώπους που αντιστέκονται και αγωνίζονται για τη ζωή με αξιοπρέπεια κι αγάπη. Που πάνε την αντίληψή μου για τον κόσμο παραπέρα.
-        Τι μου κάνεις τώρα (ρε μάνα)… δεν μπορώ να σου απαντήσω… μονάχα αυτό: μακάρι να νιώσω κάποτε κι εγώ έτσι για τα δικά μου (παιδιά)…»


Υπάρχουν βέβαια ιστορίες που δεν αλλάζουν τον κόσμο, αλλά που επιβεβαιώνουν πως άλλαξε…

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2013

Δυο καγκελόπορτες


Αν το σκεφτείς, η μεταπολίτευση ήταν ο χρόνος ανάμεσα σε δυο καγκελόπορτες



(Πολυτεχνείο 1973- Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση 2013: 40 χρόνια ελληνικής ιστορίας)

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

Ο Κοκκινοσκουφίτσος


Λευκή οθόνη. Να τη λερώσω λίγο. Ν’ αρχίσω πάνω της να περπατώ πατώντας πλήκτρα κάνοντας βήματα που θα τα λέω λέξεις. Άσκοπα να περπατώ όπως δίπλα στο κύμα, σαν το κύμα κι εγώ παλινδρομώντας. Το βράδυ η βροχή κατέβηκε με τη φιλαρμονική του ουρανού παρελαύνοντας σαν αποφασισμένος για τη νίκη στρατός. Με κατέλαβε- είμαι πια μια κατεχόμενη ερημιά που λιμοκτονεί για ελπίδα.

Η κόρη μου ζωγράφιζε χθες στην κουζίνα. Δεντράκια, ζωάκια σπιτάκια κι ανθρώπους. «Λύκο δεν θα κάνω» μου λέει, «γιατί θα φάει τα άλλα ζώα».. Θα πάρω χρώματα κι εγώ να ζωγραφίσω σε λευκή οθόνη πλάι της. Κι αν δεν μπορώ να αποφύγω τους λύκους, τουλάχιστον θα κρύψω τα άλλα ζώα.


Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν ήταν ένας κοκκινοσκουφίτσος, ένας συνηθισμένος άνθρωπος δηλαδή με κόκκινο σκουφί. Γιατί το κόκκινο είναι το χρώμα της επανάστασης. Πήγαινε στη δουλειά του κάθε μέρα. Μια μέρα όμως τον έφαγε ο κακός ο λύκος. Αυτός δεν πέθανε ωστόσο και συνέχισε να πηγαίνει στη δουλειά του. Μια μέρα που η βροχή κατέβηκε με τη φιλαρμονική του ουρανού παρελαύνοντας σαν αποφασισμένος για τη νίκη στρατός, ο κοκκινοσκουφίτσος δεν πήγε στη δουλειά. Τον παρέσυρε ίσως η μυρωδιά του νοτισμένου χώματος, τα νυσταγμένα κορμιά των περαστικών ή κι αυτή η αίσθηση θεατρικότητας που προσδίδει το κατέβασμα του συννεφιασμένου ουρανού πάνω από την πόλη. Κι άρχισε να περιφέρεται ασκόπως στους βρεγμένους δρόμους σαν το κύμα μπρος και πίσω. Τότε πέθανε. Γιατί ο θάνατος διαλέγει αυτούς που λοξοδρομούν.

*
η ζωγραφιά είναι της Κυριακής, της διπλανής μου στο γραφείο
- το ποστ είναι αφιερωμένο στο Γιώργο, τη Σταυρούλα, τη Λίνα, τη Ρούμπη, τη Χάρις, τη Μαριαλένα, την Ελενα

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2013

Χώρος για όλους

[Αναδημοσίευση του άρθρου του "Βιβλιοθηκάριου" στην "Αυγή της Κυριακής" 3/11/2013]


Καθισμένος χρόνια τώρα στο αυτονόητο, ή στη φενάκη του αυτονόητου. Ανόητος ίσως και αφελής. Αυτονόητη η ελευθερία, αυτονόητη η δημοκρατία, αυτονόητα τα δικαιώματα. Υπάρχουν βέβαια προβλήματα, ελλείψεις, κενά, λάθη, εξαιρέσεις. Όμως αυτονόητα όλα αυτά. Κι άκοπα. Είμαστε η γενιά που θα τρυγούσε τους κόπους και τις θυσίες των προηγούμενων. Εκπαιδευτήκαμε για ένα ηδονικό καλοκαίρι κάτω από την κληματαριά.

Κι έρχεται ξάφνου όλο αυτό. Και στην καλύτερη περίπτωση ξαναθυμάσαι πως ήταν αποτέλεσμα διεκδικήσεων και προσπάθειας, αγώνα. Στη χειρότερη περίπτωση νομίζεις πως δικαιώματα και ελευθερία είναι σαμπουάν και κοντίσιονερ που τώρα τέλειωσαν και κάποιο σουπερμάρκετ πουλάει καινούρια.

Μοιάζει δύσκολη η στράτευση- οι δικαιολογίες πολλές: πάντα λίγοι στρατεύονταν στην ανατροπή, ακόμη πιο λίγοι στο χτίσιμο. Οι εποχές είναι περίεργες, δεν υπάρχει δυνατό, διεθνές, συλλογικό δυναμικό, δεν υπάρχει η ιδεολογία που θα ελκύσει τους πρόθυμους του κόσμου. Είναι και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, γερό χαρτί στα χέρια των ολιγαρχών. Η δύναμή τους μεγάλη, το μήνυμά τους ευχερέστατα βρίσκει τους αποδέκτες του. Και τα μέσα τα έχουν εκείνοι. Και είναι και αυτή η ελπίδα (προαιώνιο χούι) πως ίσως να μην υπάρχει παρακάτω, πως ίσως κάτι θα βρεθεί, κάπου θα σκαλώσει η άγκυρα στο βυθό, κάτι θα αποδώσει καρπούς. Είναι και ο φόβος μην μας καπελώσουν αυτοί, ξέρεις…

Σκόρπιες κουβέντες όλα αυτά ετούτο τον καιρό. Κενές περιεχομένου και αδιέξοδες. Παρασκευή 18 Οκτωβρίου, απόγευμα. Σε ένα δημοτικό σχολείο της Αθήνας ο Σύλλογος Γονέων προβάλλει το «Μεγάλο Δικτάτορα» του Chaplin. Αφορμή η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου. Ευκαιρία κάπως να μιλήσουμε για το φασισμό. Τα φώτα σβήνουν, η οθόνη φωτίζεται κι ένας ανθρωπάκος βαδίζει. Στο τέλος εξεγείρεται. Κι εκφωνεί έναν μεγαλειώδη λόγο. Η δύναμή του είναι ο λόγος του. Η λογική, η σκέψη ενός ανθρώπου είναι η εξέγερσή του.

Μια ταινία του 1939 προβάλλεται σε ένα σχολείο το 2013. Και μοιάζει το μήνυμά της τρομακτικά επίκαιρο και η ισχύς της εντυπωσιακά επαναστατική. Ίσως γιατί αυτά που υπερασπίζεται δεν είναι πάλι αυτονόητα. Και έρχονται λέξεις να συναντηθούν με το σώμα τους, να του δώσουν πνοή. Μοιάζει κάλεσμα σε αντίσταση να πεις «αλληλεγγύη», «ελευθερία», «δημοκρατία». Η ταινία τελειώνει, τα παιδιά χειροκροτούν.

"... Όλοι θέλουμε να ζήσουμε από την χαρά του άλλου, όχι από τη δυστυχία του. Δε θέλουμε να μισούμε και να περιφρονούμε τον άλλο. Σε αυτόν τον κόσμο υπάρχει χώρος για όλους και η γη είναι πλούσια, μπορεί να παράξει για όλους.»