Ένα φάντασμα μια νύχτα άφησε έναν αναστεναγμό. Κι ο αναστεναγμός του έγινε άνεμος, κι αντάρα έγινε μεγάλη, κι ήρθαν μαύρα σύννεφα κι έβρεξε βροχή σαν το κλάμα ενός παιδιού που το μαλώσαν άδικα. Και η βροχή έγινε θάλασσα που ερωτεύεται τους ναυτικούς και μέσα της βαθιά τους παίρνει και τους κρατάει μες στη σιωπή της, όπως τα βιβλία κρατούνε μέσα τους τις λέξεις.
Αναστενάζουν τα φαντάσματα καμιά φορά. Όταν η μνήμη της ηδονής και του πόνου τους κόβει την ανάσα, αναστενάζουν. Όταν θυμούνται που είχαν σώμα και σκιά. Και τότε βρέχει στον κόσμο των ανθρώπων κι αντάρα γίνεται μεγάλη!
***
ο πίνακας είναι του Jankel Adler
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου