Μεταφρασμένο άγνωστο από ποιον και δημοσιευμένο το Νοέμβριο του 1945 στα "Πειραϊκά Χρονικά". Το ποίημα του Βικτώρ Σερζ (από τη συλλογή "Résistance" - Paris, 1938) με τίτλο "Για ένα νεκρό". Μέρες του Αυγούστου το βρήκα. Κι ενώ η Ελλάδα καίγεται, απ' άκρη σε άκρη.
"Μαξ,
εικοσιτριώ χρονών
και πέθανες
χωρίς χαρά κι ειρήνη,
χωρίς αγάπη στη ζωή σου,
Μαξ.
Τα νειάτα σου σε καταδίκασαν
- τα νειάτα σου σταυρός στους ώμους σου βαρύς
να σέρνεσαι στις πόλεις
και τα μπουντρούμια της Ευρώπης.
Τα νειάτα σου σε καταδίκασαν
στρατιώτης να πεθάνεις
- μια κι όλη η νειότη του καιρού μας
τον ίδιο θάνατο θα δώσει. -
Μα ποια εκδίκησι όμως πήρανε
στην τραγική σου μοίρα, Μαξ
στη μοίρα ενός προλεταρίου,
μια κι η ζωή της φυλακής,
η πείνα
τα σκουλήκια
Σου είχαν μασήξει το κορμί και την καρδιά,
όταν αιχμάλωτοι εκεί κάτω
στις βρωμερές εκείνες φυλακές
(πίσω από συρματόπλεγμα πυκνό
και με φρουρούς απαίσιους κι άγριους)
περνούσαμε σκληρά τις μέρες;
Α! Πώς εκεί πεθαίναμε αδερφέ μου!
Με την καρδιά πικρή,
με την κοιλιά αδειανή,
με ψείρες στο κορμί
και μίσος,
μίσος, που τριβελίζει το μυαλό,
μίσος, που ροκανίζει την καρδιά,
μίσος που δίνει ελπίδες
κι απελπίζει.
Μα εσύ παιδί είχες απομείνει,
πιο αγνός, κι από παιδί πιο αγνός,
παιδί που ζει κι αόριστα θριαμβεύει.
Παιδί είχε απομείνει κι αγάπες
για το μεγάλο τ' όνειρο,
τον πόνο,
για τη μεγάλη νίκη
τη θυσία
Στον αρμυρό της θάλασσας αγέρα
μέσα σου η ελπίδα άνοιξε φτερά
μιαν αυγή και μιαν εσπέρα
Ήταν καλό κι ήταν πικρό.
Ύστερα οι μέρες ήρθαν οι κακές
οι μακρινές μέρες του πολέμου,
οι μαύρες μέρες του χαμού
της πείνας...
Κι έζησες με τη θλίψη τη βουβή
και τη φριχτή αγωνία
της νειότης σου, που είχε χαθεί.
Πονούσες για δεν μπόρεσες να βρεις
στον ουρανό της χώρας τούτης
τ' αστέρι που της θάλασσας μιλεί.
(Μα πρέπει να το φτάσουμε τ' αστέρι!
τ' αστέρι να το βρούμε εμείς -
εμείς με τη ζωή μας,
το θάνατό μας
το θάνατό σου...)
Η πόλη με κρύα παλάτια της
που η επανάσταση πεινά
με το φτωχό λαό της στα όπλα
και τα κορίτσια στους δρόμους,
με τους στρατιώτες που φεύγανε
και τις γυναίκες, που κλαίγανε
στους σταθμούς -
Η πληγωμένη πόλη επόναε τη ψυχή σου.
Εκεί, στην πόλη εκείνη έζησες τη ζωή σου
και οι λίγες, μα και πολλές μας νίκες
ήταν η πίστη η βαθειά.
Μαξ, με τους νέους που πέσανε
Μαξ, έπρεπε κι εσύ να πέσεις.
(Γιατί τα νέα φτερά που σπάζουν
κι οι νέες ανδρείες που λυγίζουν
είναι η θυσία σε ό,τι γεννιέται)
Μαξ, έπρεπε
για τους χυμούς των δένδρων
τη σπορά του σίτου
την ζωή των γενεών που φτάνουν
τη λαμπρή δόξα των ιδεών
ο θάνατος ο θάνατος χιλιάδων νέων.
Για τη νίκη
των εργατικών δημοκρατιών
που 'ρθαν το νέο κόσμο να χτίσουν
πάνω στους τάφους,
έπρεπε ο ανώνυμός σου θάνατος
ο ερημικός σου ο θάνατος
ο θάνατός σου, Μαξ
τόσο φτωχός και τόσο ξεχασμένος
σ' ένα κρεβάτι του νοσοκομείου
με σύντροφο την αγωνία
και τον πικρό βαθύ σου πόνο;
Μαξ, έπρεπε
την τελευταία στιγμή
το τελευταίο βλέμμα σου να στρέψεις
γεμάτο επίπληξη
στους ζωντανούς...
Μα πέθανες καθώς η άλλη...
Συγχώρεσέ μας που επιζήσαμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου