Μια μέρα ένας άγγελος πετούσε πάνω από την πόλη μας, είδε έναν νέο από ψηλά και τον αγάπησε. Κατέβηκε στη γη και του ζήτησε την αγάπη του. Ο νέος του έδωσε την καρδιά του, μα ζήτησε ως ενέχυρο τα φτερά του.
Την επόμενη μέρα ο νέος περπατούσε δίπλα στη λίμνη, είδε ένα ψάρι όμορφο πολύ και το αγάπησε. Βούτηξε στο νερό και ζήτησε την αγάπη του. Το ψάρι του έδωσε τη σιωπή του, μα ζήτησε ως ενέχυρο τα φτερά του αγγέλου.
Την επόμενη μέρα το ψάρι κολυμπούσε ανάμεσα στα νούφαρα, είδε έναν βάτραχο να στέκει ακίνητος και τον αγάπησε. Ανέβηκε στο νούφαρο και ζήτησε την αγάπη του. Ο βάτραχος του έδωσε τη φωνή του, μα ζήτησε ως ενέχυρο τα φτερά του αγγέλου.
Την επόμενη μέρα ο βάτραχος χοροπηδούσε στον κήπο του αγγέλου, τον είδε να στέκεται λυπημένος σε μιαν άκρη του και τον αγάπησε. Στάθηκε πλάι του και ζήτησε την αγάπη του. Ο άγγελος του έδωσε τα μάτια του νέου μα ζήτησε ως ενέχυρο τα φτερά του.
Κι ύστερα πέταξε ψηλά πάνω απ’ την πόλη μας και χάθηκε. Και δεν αγάπησε ξανά κανέναν.
Συμπέρασμα πρώτο: είμαστε το ενεχυροδανειστήριο των ερώτων μας
Συμπέρασμα δεύτερο: τα ψάρια αγαπάνε τους βατράχους
Συμπέρασμα τρίτο: Το πιο πολύτιμο ενέχυρο στην αγάπη είναι η
ελευθερία.
***
ο πίνακας είναι του John Wilde
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου