Για έναν συνομήλικο με τη Μεταπολίτευση η καταγραφή των φαινομένων της είναι περίπου αυτοβιογραφία – πόσο μάλλον που αυτή εστιάζει στον κόσμο του βιβλίου, μέσα στον οποίο ζω ως αναγνώστης και ως επαγγελματίας. Η καταγραφή αυτή θα είναι μονάχα ενδεικτική και αναγκαστικά ελλιπής. Προφανώς η ελληνική ιστορία του βιβλίου δεν έχει ασυνέχειες, τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται με ποικίλους τρόπους τουλάχιστον μέσα στον 20ό αιώνα, όμως η Μεταπολίτευση ως πλαστά ενιαίος ιστορικός χρόνος εμφάνισε σίγουρα συγκεκριμένες δυνάμεις που καθόρισαν τον πολιτισμό –και συγκεκριμένα το βιβλίο–, τόσο πολιτικές όσο και οικονομικές.
Η έξοδος από την πολιτική ασφυξία της Επταετίας συνοδεύτηκε από μια «εκδοτική πλημμυρίδα» του πολιτικού βιβλίου, όπως χαρακτηριστικά έχει πει ο Λουκάς Αξελός. Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και η αποσύνθεση του κομμουνιστικού μπλοκ επηρέασε απόλυτα τόσο την έκδοση όσο, κυρίως, την ανάγνωση πολιτικών βιβλίων. Η πλαστή ευμάρεια του ‘90 αποπολιτικοποίησε μεγάλα τμήματα του ελληνικού πληθυσμού, αλλά και η απογοήτευση που έφεραν τα αδιέξοδα του υπαρκτού σοσιαλισμού, όπως αυτά διαμόρφωσαν και τη διάλυση των σοσιαλιστικών κρατών, αποδυνάμωσε το πολιτικό βιβλίο. Η οικονομική κρίση του 2010 συνδέθηκε πάλι με την εμφάνιση πολιτικών βιβλίων, ενώ αναπτύχθηκε και η εκδοτική παραγωγή της Άκρας Δεξιάς.
Παιδικό βιβλίο
Σημαντικό φαινόμενο της Μεταπολίτευσης είναι αναμφίβολα το παιδικό βιβλίο και η εκδοτική «έκρηξή» του. Από τη Ζέη, τη Σαρρή και τον Τριβιζά του Κέδρου σήμερα μιλάμε πια για εκατοντάδες τίτλους δεκάδων εκδοτών που απευθύνονται αποκλειστικά στα παιδιά. Οι κανόνες της αγοράς έχουν οδηγήσει ωστόσο σε ηλικιακό τεμαχισμό της απεύθυνσης, κυκλοφορούν σειρές βιβλίων για συγκεκριμένο ηλικιακό εύρος, ενώ τα τελευταία χρόνια και το προσχολικό βιβλίο αναπτύσσεται ιδιαίτερα.
Εκδοτικοί οίκοι
Οι εκδοτικοί οίκοι αυξήθηκαν στη Μεταπολίτευση. Δημιουργήθηκαν μεγάλα εκδοτικά συγκροτήματα βασιζόμενα κυρίως στα υπέρογκα κέρδη από την πώληση σχολικών βοηθημάτων. Αρχίζουν σιγά σιγά να εμφανίζονται ολιγοπωλιακά φαινόμενα, καθώς η οικονομική δύναμη λίγων σωρεύει τα μεγάλα συγγραφικά ονόματα και τους περισσότερους τίτλους. Ο χώρος ωστόσο των εκδοτών, αν και κυριαρχείται από τους ισχυρούς, χωράει και τους μικρούς που συνεχίζουν να επιμένουν και να εκδίδουν.
Μεταφράσεις
Παρά την κυρίαρχη παρουσία των ελληνόφωνων εκδόσεων, το μεταφρασμένο βιβλίο κερδίζει συνεχώς χώρο, τόσο στο λογοτεχνικό όσο και στο επιστημονικό πεδίο. Η εξέλιξη μπορεί να θεωρηθεί θετική: Το αναγνωστικό κοινό έρχεται σε επαφή με την παραγωγή του υπόλοιπου κόσμου, αναπτύσσεται η μετάφραση, πολλοί μεταφραστές εργάζονται για την εκδοτική παραγωγή (αν και σε μάλλον δυσχερείς συνθήκες). Οι εκδότες αναγκάζονται να παρακολουθούν τη διεθνή εκδοτική παραγωγή, όχι μόνο στην ιστορική, καθιερωμένη γεωγραφία της, αλλά αναζητώντας και σύγχρονες, ιδιαίτερες φωνές.
Αναγνώστες
Βασικό θέμα όλων αυτών των χρόνων και καθοριστικός παράγοντας των φαινομένων του βιβλίου είναι οι αναγνώστες. Δεν έχει καταγραφεί διαχρονικά το πλήθος των Ελλήνων αναγνωστών και οι αναγνωστικές τους συνήθειες με ενιαία επιστημονική επάρκεια και από επίσημο φορέα. Ωστόσο μεμονωμένες προσπάθειες των τελευταίων χρόνων δείχνουν πως ένας στους τρεις Έλληνες δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο το χρόνο, και ότι τα παιδιά μεγαλώνοντας σταματούν να διαβάζουν. Σε γενικές γραμμές οι έρευνες αναγνωστικών συνηθειών καταγράφουν πως οι γυναίκες διαβάζουν περισσότερο από τους άνδρες, οι νεότερες γενιές περισσότερο από τους μεγαλύτερους, οι παντρεμένοι λιγότερο από τους ανύπαντρους, τα αστικά κέντρα περισσότερο από τα αγροτικά και ημιαστικά.
Εκδοτική παραγωγή
Η εκδοτική παραγωγή έντυπων, ηλεκτρονικών και ακουστικών βιβλίων κυριαρχείται από τη λογοτεχνία, τα παιδικά-εφηβικά βιβλία και τα επιστημονικά των θεωρητικών επιστημών. Στο υπόλοιπο 20% της πρόσφατης εκδοτικής παραγωγής στριμώχνονται οι θετικές επιστήμες, η μη λογοτεχνική πεζογραφία, τα γενικά και οι τέχνες.
Περιοδικά και κριτική
Η Μεταπολίτευση συνδέθηκε και με την ανάπτυξη και παρουσία περιοδικών και εφημερίδων που με διάφορους τρόπους ασχολήθηκαν με το βιβλίο, κυρίως διά του κριτικού λόγου. Επαναλαμβάνοντας τα εκδοτικά ήθη του Μεσοπολέμου, οι εφημερίδες τη δεκαετία 2000 ακόμη εκδίδουν και διανέμουν βιβλία. Αναπτύχθηκαν επίσης ένθετα για το βιβλίο στον ημερήσιο και κυριακάτικο Τύπο, τα οποία την περίοδο της ακμής του Τύπου ήταν πολυσέλιδα, πλούσια σε ύλη και συνεργασίες και συνδέθηκαν με την εκδοτική άνθηση του ’90 και του ’00. Επίσης έντονη ήταν η παρουσία λογοτεχνικών περιοδικών όλα αυτά τα χρόνια, με μια ισχυρή κάμψη την περίοδο της πρώτης οικονομικής κρίσης (2010-2020), οπότε έκλεισαν αρκετά, αλλά και με μια μικρή ανάκαμψη με τη γέννηση νέων περιοδικών τίτλων τα τελευταία χρόνια που φιλοξενούν έργα και μελέτες νέων ανθρώπων. Κοινό συμπέρασμα είναι πως πλέον ο κριτικός λόγος έχει υποχωρήσει πολύ κι έχει αντικατασταθεί από τις βιβλιοπαρουσιάσεις και τα δελτία Τύπου που αναπαράγονται από ιστοσελίδες, ΜΜΕ και μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Βιβλιοπωλεία και εκθέσεις
Από τους πλασιέ βιβλίων των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης ως τα ηλεκτρονικά βιβλιοπωλεία της περιόδου της καραντίνας του κορονοϊού, πολλά άλλαξαν και στη διανομή και στην πώληση του βιβλίου. Τα βιβλιοπωλεία μέσα στα χρόνια άρχισαν να γίνονται ολοένα λιγότερο βιβλιοπωλεία, ολοένα και περισσότερο χαρτοπωλεία, για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Οι πάγκοι με τα βιβλία συνεχίζουν να εμφανίζονται στα νησιά και στους καλοκαιρινούς τουριστικούς προορισμούς όλα αυτά τα χρόνια αδιάλειπτα, ενώ το καθαρό μεταπολιτευτικό φαινόμενο των εμπορικών εκθέσεων βιβλίου συνεχίζει να υπάρχει σε επίσημη (θεσμική), αλλά και ανεπίσημη μορφή, κυρίως στις μεγάλες πόλεις της χώρας, με πλήθος εκδότες να παρουσιάζουν την εκδοτική πραμάτεια τους.
Βιβλιοθήκες
Οι βιβλιοθήκες συνεχίζουν να είναι αδύναμες, αν και στα χρόνια της Μεταπολίτευσης έζησαν περιόδους εντυπωσιακής ανάπτυξης, ιδίως οι πανεπιστημιακές και ερευνητικές. Η δημιουργία, στήριξη και λειτουργία βιβλιοθηκών είναι εντελώς αποσπασματική, οι βιβλιοθήκες αξιοποίησαν τους ευρωπαϊκούς οικονομικούς πόρους για να εκσυγχρονιστούν, ωστόσο απέτυχαν να πείσουν την Πολιτεία να βάλει το χέρι στην τσέπη, όταν τα ΕΣΠΑ έληξαν. Συνεχίζουν να μην υπάρχουν σχολικές βιβλιοθήκες που θα καλλιεργούσαν νέους αναγνώστες, αλλά και οι δημοτικές, που είναι ατμομηχανή της φιλαναγνωσίας στο ευρύ κοινό, υποχρηματοδοτούνται και υποστελεχώνονται σταθερά.
«Κολοφώνας»
Τι θα μπορούσε ίσως να πει κανείς συνοπτικά για το βιβλίο στη Μεταπολίτευση, χωρίς να κινδυνεύει να προδώσει επιμέρους φαινόμενα; Γράφονται και εκδίδονται καλά βιβλία, η ελληνική αγορά κοιτάζει και ακούει τον υπόλοιπο κόσμο, η ποιότητα των εκδόσεων βελτιώνεται αναμφίβολα, τα επαγγέλματα του βιβλίου αναπτύσσονται, αν και με δυσμενείς οικονομικούς όρους, δημιουργούνται ολιγοπώλια, αλλά συνεχίζουν να αντέχουν μικροί εκδοτικοί οίκοι. Το βιβλίο συγκρούεται με τον ψηφιακό κόσμο, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες του, οι αναγνώστες δεν αυξάνονται ανάλογα με τον εγγραμματισμό που έχει επιτευχθεί στα χρόνια της Μεταπολίτευσης, ο ελεύθερος χρόνος που είναι συνυφασμένος με την αναγνωστική πράξη είναι πλέον ανύπαρκτος και η έλλειψή του είναι ο κύριος λόγος που οι αναγνώστες ισχυρίζονται πως διαβάζουν λιγότερο από το παρελθόν. Αν κάπως μας ενδιαφέρει να συνεχίζουν να γράφονται και να εκδίδονται βιβλία, πρέπει αναμφίβολα να φροντίσουμε να υπάρχουν και να αυξάνονται οι αναγνώστες. Παρά την επιφανειακή παραδοξολογία της φράσης, οι αναγνώστες γράφουν τα βιβλία που θα διαβαστούν.
* Το άρθρο αυτό των 1000 λέξεων δημοσιεύτηκε στο αφιέρωμα της «Εποχής» του Αυγούστου στα 50 χρόνια της Δημοκρατίας (1974-2024)
***
Το χαρακτικό είναι του José Antonio Alcácer