Παρασκευή 31 Ιουλίου 2015

Ζητήματα μετασχηματισμών στα σύγχρονα παραμύθια


Μια φορά κι έναν καιρό φτιάχναμε παραμύθια με ένα βασιλόπουλο, μια κακιά μάγισσα, τρεις δοκιμασίες και κατά περίπτωση ένα δράκο, ένα κορίτσι, ένα ζώο με μιλιά κ.ο.κ. Τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά από τότε (καλά να ‘μαστε, και ‘σεις καλύτερα). Βασιλόπουλα πια δεν υπάρχουν, οι δοκιμασίες δεν έχουν τελειωμό, τα ζώα δεν μιλούν (ούτε οι άνθρωποι) και οι δράκοι σβήσαν τις φωτιές εντός τους και άλλαξαν μορφή. Τίποτα σχεδόν δεν είναι το ίδιο, ούτε πια τα παραμύθια.

Πριν λίγο καιρό λοιπόν ένα αγόρι με κουστούμι που εργαζόταν ως στέλεχος σε μια πολυεθνική εταιρεία αγάπησε ένα όμορφο αγόρι  απλά και καθημερινά ντυμένο που πουλούσε hot dog σε μια καντίνα στο δρόμο εκεί κοντά. Τον σπίτωσε και χαίρονταν ξένοιαστοι τον έρωτά τους. Μια μέρα όμως όλοι στην εταιρεία άρχισαν να συζητούν για τη συγκατοίκηση αυτή με έναν κάποιο υποκριτικό συντηρητισμό και τα νέα έφτασαν στη διευθύντρια, μια σκύλα άγρια που καιρό τώρα έψαχνε αφορμή να εκδικηθεί τον υφιστάμενό της που αρνιόταν επίμονα, αν κι ευγενικά, τον έρωτά της. Στην αρχή έκανε ανώνυμη καταγγελία στις δημοτικές αρχές πως η καντίνα δεν έχει την προβλεπόμενη άδεια. Ακολούθησε μια μικρή ταλαιπωρία, όμως όλα αποδείχτηκαν νομότυπα. Στη συνέχεια έκανε ανώνυμη καταγγελία στις υγειονομικές αρχές για υγειονομικές παραβάσεις και παραλείψεις. Όμως κι σε αυτή την περίπτωση τα πράγματα λύθηκαν σχετικά εύκολα και γρήγορα. Ακολούθησαν κι άλλα πολλά, εξοντωτικά ωράρια στη δουλειά για τον υφιστάμενο, ένας gay ζιγκολό ως δόλωμα στον πωλητή, μια απόπειρα «ατυχήματος», μια έξωση, μια απειλή απόλυσης… Τίποτα δεν ανέκοψε τον έρωτα των δυο αντρών. Ύστερα από λίγους μήνες ωστόσο το ζευγάρι χώρισε, ο πωλητής αποφάσισε να γυρίσει πίσω στο χωριό του στο Αγρίνιο (όπου στη συνέχεια παντρεύτηκε μια ντόπια κοπέλα κι έκανε δυο γλυκύτατα παιδάκια). Το στέλεχος της πολυεθνικής δεν μακροημέρευσε σε άλλη σχέση τα επόμενα χρόνια (από όσο ξέρω) και η διευθύντρια κάποια στιγμή έφυγε από την εταιρεία για να εργαστεί αλλού.

Με τέτοιες ιστορίες είναι κάπως δύσκολο στους παραμυθάδες να φτιάχνουν παραμύθια, που να ‘χουν κι ευτυχισμένο τέλος. Προσπαθούν ωστόσο και κάνουν ό,τι μπορούν:


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα βασιλόπουλο που αγάπησε μια αγροτοπούλα. Μια μάγισσα όμως κακιά δεν άντεξε τον έρωτά τους, γιατί ήθελε να παντρέψει την κόρη της μαζί του. Στην αρχή προσπάθησε με ξόρκια να στερέψει το χωράφι του δύστυχου του κοριτσιού, όμως τα πουλιά που την αγαπούσαν πέταξαν πάνω από το χωράφι της και σκόρπισαν χιλιάδες σπόρους στάρι με τα ράμφη τους. Και το χωράφι θέριεψε και η σοδειά μεγάλωσε. Ύστερα η κακιά μάγισσα μεταμόρφωσε ένα βάτραχο σε νεαρό έμπορο και τον έστειλε να της πει λόγια γλυκά και λόγια αγάπης. Όμως εκείνη αρνήθηκε τον έρωτά του και ο νεαρός επέστρεψε ο δύστυχος στους βάλτους κι έκτοτε φωνάζει το όνομά της απελπισμένος. Στο τέλος η κακιά μάγισσα μεταμορφώθηκε σε δηλητηριασμένη μηλιά με όμορφα, λαχταριστά μήλα και στάθηκε μια μέρα στο δρόμο του κοριτσιού, το οποίο πέρασε από εκεί, όμως τα μάτια της ήταν δακρυσμένα από τον πόθο του έρωτα και δεν είδε τα μήλα. Πέρασε ωστόσο από εκεί η κόρη της μάγισσας και πριν προλάβει κάτι εκείνη να της πει, λιμπίστηκε τα λαχταριστά τα μήλα, δάγκωσε ένα, κι έπεσε ξερή. Τέτοιος πόνος, τέτοια κραυγή βγήκε μέσα απ΄ την ψυχή της μάγισσας τότε, που σαν τη φλόγα των δράκων, την κατέκαψε. Το βασιλόπουλο ύστερα από όλα αυτά παντρεύτηκε την αγαπημένη του, έκαναν και δυο παιδιά και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα και μήτε εγώ ήμουν εκεί, μήτε κι εσείς να με πιστέψετε!

Τετάρτη 29 Ιουλίου 2015

Το παραμύθι της σκιάς


Μία φορά ήταν η σκιά ενός κοριτσιού που περπατούσε με τον πατέρα της μέσα στη νύχτα. "Μπαμπά γιατί οι σκιές μάς ακολουθούν;", τον ρώτησε. "Για να μην είμαστε μόνοι", της απάντησε εκείνος.

***
ο πίνακας είναι του Νίκου Χουλιαρά

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2015

Εγωιστικό παραμύθι


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας ακροβάτης. Που ακροβατούσε. Όμως αυτό δεν ήταν μοναδικό: όλοι λίγο-πολύ ακροβατούμε, άλλος σε σκοινιά, άλλος σε έρωτες, σε οικογένειες, καριέρες, κόμματα, σε τόσα. Μια μέρα έπεσε από το σκοινί. Και σκοτώθηκε. Όμως ούτε αυτό ήταν μοναδικό: οι πτώσεις από σκοινιά, έρωτες, οικογένειες, καριέρες, κόμματα και τόσα επιφέρουν ποικίλες κακώσεις και καμιά φορά το θάνατο.

Το σπουδαίο με αυτό το παραμύθι είναι πως μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας ακροβάτης. Που ακροβατούσε. Κι έπεσε από το σκοινί. Και σκοτώθηκε. Και οι υπόλοιποι άνθρωποι ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

***
ο πίνακας είναι του Νίκου Χουλιαρά

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

Κάτι ζωγραφιές του 19ου αιώνα


Συχνά βρίσκω στη Βιβλιοθήκη παλιά βιβλία μουτζουρωμένα, σημειωμένα, ζωγραφισμένα ή με χειρόγραφες κτητορικές φράσεις. Οι αιώνες περνούν γύρω τους, οι ιστορίες των βιβλίων γερνούν, οι συγγραφείς τους πεθαίνουν, ίσως ποτέ κανείς άλλος να μην τα διάβασε, ίσως κάποιος σοφός ερευνητής να ενδιαφέρθηκε για το κείμενό τους κάποια στιγμή. Όμως εμένα, που είμαι απλά ένας βιβλιοθηκάριος, με συγκινούν αυτές οι παράμετρες προσθήκες που κάποια στιγμή αποτυπώθηκαν στο περιθώριο και κάνουν κάθε βιβλίο μοναδικό. Μου αρέσουν όχι τα ίδια τα βιβλία ή η σοφία τους. Αλλά η ιστορία του καθενός από αυτά που πήγε από χέρι σε χέρι κι έφτασε μέχρι εμένα που σας ιστορώ ετούτα. Σαν τα τουρκόφωνα χριστιανόπουλα στην Καππαδοκία τον 19ο αιώνα που έφτιαξαν στα καραμανλίδικα βιβλία τους αυτές τις ζωγραφιές, ίσως από ανία. 












Τρίτη 7 Ιουλίου 2015

Επιστρέφω σε λίγο


Εγώ τώρα που με βλέπεις δεν είμαι μέσα μου. Έχω φύγει για λίγο. Με έχω αφήσει μόνο μου, ένα άδειο σώμα. Όμως πάντα επιστρέφω σύντομα και ξαναμπαίνω μέσα μου. Πετάγομαι, όπως έκανα παλιά για τσιγάρα στον ψιλικατζή και γυρίζω. Θα πάρω κάτι να το ανάψω για λίγο να γίνει καπνός και να φύγει: αναμνήσεις, συναισθήματα, προσδοκίες. Εσύ δεν θα καταλάβεις βέβαια πως απουσιάζω αν δεν στο πω. Δεν πρέπει να καταλάβεις. Πολλές φορές οι άνθρωποι βλέποντας ένα άδειο σώμα σπεύδουν να το καταλάβουν. Αυτό λοιπόν κάνω – καπνίζω τις αναμνήσεις μου βιαστικά όταν φεύγω από μέσα μου. Νομίζω πως φεύγοντας από μέσα μου αποζητώ αυτή τη σιωπή που μπορείς να μοιραστείς μονάχα με τους φίλους σου. Μέσα μου τελευταία έχει πολλές φωνές κι εγώ θέλω την ησυχία μου λιγάκι.

Αν χρειαστεί αυτό τον καιρό να με βρεις για κάτι έκτακτο και λείπω και θες οπωσδήποτε να με ενοχλήσεις κράτα φίλε μου αυτή τη διεύθυνση. Και σε παρακαλώ μην τη δώσεις σε κανέναν. Θα είμαι στα παιδικά μου καλοκαίρια, στη βορεινή βεράντα του σπιτιού. Θα παίζουμε με τον αδερφό μου πόλεμο με τα ζωάκια και τα αυτοκινητάκια μας και όλοι θα πεθαίνουν για λίγο μονάχα και θα έρχεται η μάνα με ένα πιάτο βερίκοκα ή ψωμοτύρι και ύστερα ο πόλεμος θα ξαναρχίζει.


Ξέρεις, νομίζω πως κι εσύ τώρα που με βλέπεις, δεν είσαι μέσα σου. Αν τυχόν συναντηθούμε σε καμιά απουσία μας έλα να παίξουμε πόλεμο μαζί.

***
ο πίνακας είναι του Egon Schiele

Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

Το παραμύθι του πράσινου αναπτήρα


Πάντα τα παραμύθια τελειώνουν. Για να ζήσουμε εμείς καλύτερα προφανώς, τα παραμύθια τελειώνουν.

Κι ύστερα πάλι μια φορά κι έναν καιρό ξεκινούν. Μια φορά, κάθε φορά τα παραμύθια...