Στριμώχνονται πολλά πράγματα στο
λευκό χαρτί, στη λευκή οθόνη έστω. Και πράγματα που θέλω ή πρέπει να ειπωθούν
και κυρίως αυτά που δεν θέλω να πω. Ο «Βιβλιοθηκάριος» σε λίγες μέρες συμπληρώνει
7 χρόνια διαδικτυακής παρουσίας και 721
αναρτήσεις. Τι νόημα έχει να συνεχίσω να υπάρχω μέσα σε αυτόν; Ποιον αφορούν
αυτά που γράφω; Εν τω μεταξύ η «κοινότητα» των ιστολόγων έχασε τον ενθουσιασμό ή
την πίστη της, έχασε το ενδιαφέρον της αλληλεπίδρασης, έχασε τη συνοχή της. Νιώθω λίγο μόνος πια ιστολογικά. Πολιτικά
το 2015 ήταν μια χρονιά πυκνή, έγιναν πολλά, διαψεύστηκαν προσδοκίες, επιβεβαιώθηκαν
κριτικές, προδόθηκαν ελπίδες από την πρώτη φορά Αριστερά στο κυβερνητικό τιμόνι.
Όλο ετούτο διέλυσε φιλίες σε φυσική και ψηφιακή μορφή…, ειπώθηκαν κουβέντες, έγιναν
επιθέσεις, αμφισβητήθηκαν προθέσεις. Μια κοινότητα ανθρώπων που μέσω των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης προσπάθησε, και σε πολλές περιπτώσεις το πέτυχε, να δώσει έναν
αγώνα λόγου απέναντι στις πολιτικές των τελευταίων χρόνων, στη βία του
νεοφιλελεύθερου μοντέλου και στις τακτικές των οπαδών του, βρίσκεται πια σπασμένη
σε ποικίλα κομμάτια από ‘δω κι από ‘κει, πικραμένη, θυμωμένη, παραιτημένη,
σαρκαστική.
Δεν καβαλήσαμε την ιστορία, δεν
ξεσηκώσαμε, δεν ενθουσιάσαμε, δεν ενεργοποιήσαμε, δεν συστρατεύσαμε ή κι αν το
κάναμε με αυτό το περιβόητο «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος γρήγορα το μετατρέψαμε σε
μια μοιραία παραδοχή και στη στρέβλωση της ίδιας της πραγματικότητας που επέβαλε
ο συμβιβασμός μας. Η παλιά μου φίλη η Κροτ στο τελευταίο της ποστ λέει πως ίσως
να πρέπει να παίρνουμε τα πράγματα ελαφρύτερα, τον εαυτό μας λιγότερο στα σοβαρά
κι έτσι να διορθώνουμε γρηγορότερα τα λάθη μας. Με θύμωσε πολλές φορές φέτος η
καλή μας Κροτ, όπως τότε που προέτρεψε να πέφτει ξύλο στους Συριζαίους στις πορείες.
Κι άλλοι πολλοί με θύμωσαν και ίσως τους θύμωσα, εννοώ διαδικτυακοί φίλοι και blogger. Χάλασαν φιλίες με
κουβέντες κοφτερές.
Ευτυχώς δεν κατοικούμε στα μέσα
κοινωνικής δικτύωσης ή στα κόμματα. Συνεχίζω ωστόσο να νιώθω πως τα κόμματα είναι
φυσικοί χώροι συλλογικότητας και μέμφομαι αυτούς που τα κρίνουν από την ασφάλεια
της όποιας ιδιωτικότητάς τους. Καμιά φορά νιώθω πως σχεδόν δεν δικαιούνται να
μιλούν σαν εξαπατημένες γκόμενες ή ανικανοποίητοι πελάτες του όποιου πολιτικού
προϊόντος. Πικρή χρονιά το 2015 – ειπώθηκαν ή κρύφτηκαν πολλές κακίες. Υπήρξαν όμως
και στιγμές τρυφερές, ανθρώπινες, φωτεινές. Γνώρισα ανθρώπους, έκανα φιλίες,
διεκδίκησα στιγμές γαλήνης, διάβασα ενδιαφέροντα πράγματα, έπαιξα θέατρο και ήπια.
Και ταξίδεψα. Το ταξίδι στη Βαρσοβία και το Άουσβιτς ακόμη με τροφοδοτεί με
συγκίνηση και εικόνες. Κυρίως όμως γνώρισα ανθρώπους.
Συνήθως το τελευταίο ποστ της χρονιάς
αναφέρεται με αυτή τη διάθεση της ανασκόπησης στο πρόσωπο της χρονιάς που φεύγει.
Το 2009 ήταν η Ανεργία, το 2010 ο Χαμιντουλάν Νατζαφί, το 2011 ο Αχιλλέας Μ., το
2013 η ΕΡΤ, το 2014 το κορίτσι που μαζεύει βιβλία στη Γάζα. Η φετινή χρονιά είχε
πολλά πρόσωπα: το μισητό πρόσωπο του Σόιμπλε, το φιλάρεσκο του Βαρουφάκη, το
υπεροπτικό της Προέδρου της Βουλής, το αμφισβητούμενο του Τσίπρα, το τραγικό
του Βαγγέλη Γιακουμάκη, το συγκλονιστικό του Αϊλάν, το φοβισμένο των κάπιταλ
κοντρόλ, το αληθινό ευρωπαϊκό του Ντάισελμπλουμ, το αλληλέγγυο της Λέσβου, της Κω,
της Καλύμνου, της Αθήνας, της Ειδομένης. Το πρόσωπο της τρομοκρατίας των
τζιχαντιστών στο Παρίσι. Υπάρχει και ένα πρόσωπο πιο κοντινό, που με κυκλώνει
χρόνο με το χρόνο, το βλέπω σε κοντινούς μου ανθρώπους: το πρόσωπο του καρκίνου.
Αν δεν υπήρχε αυτή η εικόνα, αν
δεν την είχε σχολιάσει το «Κυριακάτικο Σχολείο Μεταναστών» σε μια ανάρτησή του
στο facebook, ίσως να
επέλεγα ένα από τα πρόσωπα που προανέφερα. Όμως τώρα δεν μπορώ να σκεφτώ τίποτε
άλλο. Πρόσωπο του 2015 ήταν ο Μικρός Πρίγκηπας της Λέσβου.