Παρασκευή 27 Φεβρουαρίου 2009

Γιόνα Παϊδούση (1917-2009)

Πρόσθεσα σήμερα στα authorities της βιβλιοθήκης χρονολογία θανάτου σε μια καταπληκτική Ελληνίδα που είχα την τιμή να γνωρίσω, η οποία πέθανε πριν από λίγες μέρες...
Καμιά φορά ο βιβλιοθηκάριος... "μόνο σταυρούς σε μνήματα καρφώνει", όπως λέει και ο ποιητής Μίλτος Σαχτούρης.

Πέμπτη 26 Φεβρουαρίου 2009

Η αμηχανία και ο ποιητής Τάκης Σινόπουλος


Μ' αρέσει η αμηχανία των λημμάτων στις εγκυκλοπαίδειες όταν μιλούν για ποιητές. Το μοτίβο είναι: χρονολογίες ζωής και θανάτου, βραβεία (εφόσον υπάρχουν), δυο - τρεις συλλογές και ένας χαρακτηρισμός της ποίησής τους (λυρική, ερωτική, κρυπτική). Είναι σαν να μιλάει για ηδονή ένας ανέραστος, ή για την Αριστερά ένας ανένταχτος. Καθόλα ελεύθερος να το κάνει, αλλά ελλειπής.

Οι ποιητές θα πρέπει να παρουσιάζονται σε ένα "Νυχτολόγιο" ή να μην αναφέρονται καθόλου, καθότι δεν είναι γεγονότα, ούτε πρόσωπα, αλλά μνήμες και αγωνία. Με δυο άλλες κουβέντες οι ποιητές είναι η ποίησή τους, όπως η ποιήσή τους είμαστε εμείς.

Το πρόβλημα είναι πως σ'αυτό το σημείωμα ήθελα να γράψω για τον ποιητή Τάκη Σινόπουλο. Να πω ότι γεννήθηκε, πέθανε και ότι εκτός από γιατρός ήταν και ποιητής. Να πω πως τον ανακάλυψα πριν από 1,5 χρόνο καταγράφοντας τη συλλογή μιας δωρεάς και στάθηκα. Ότι τους δύο συλλογικούς τόμους των ποιημάτων του τους έχω στο κομοδίνο δίπλα μου από τότε και κάνω τακτικά σκασιαρχεία απ' τον ύπνο στις σελίδες τους. Θα μπορούσα να συνδέσω πάλι έναν τόπο με ένα πρόσωπο, καθώς το σπίτι του είναι κοντά στο δικό μου. Ή τέλος, να πω δυο κουβέντες και να παραθέσω αγαπημένους στίχους.



Δεν το μπορώ και μ' αρέσει αυτή η αμηχανία των λημμάτων μου. Γιατί μπορώ πιο θαρραλέα ν' ανασύρω απ' τα γραφτά μου το λόγο μου για ένα ποιητή:

Σκοτεινά
χωρίς επιβάτες νομίζω
ή έστω με σκιές επιβατών (όχι φαντάσματα)
- μάλλον έτσι θα είναι,
αφού ακούω το ψίθυρό τους
σαλπάρουν
ακριβώς τα μεσάνυχτα
τα πλοία «Τάσος Λειβαδίτης» και «Τάκης Σινόπουλος».

(στα όνειρά μου τα πλοία
-ευτυχώς-
δεν έχουν ονόματα Αγίων)

Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

Το γυμνό παιδί και ο Ποιητής


Μια συγγένεια με την οικογένεια Βρεττάκου με είχε εξοικειώσει από τα πρώιμα παιδικά χρόνια με το όνομα του "Ποιητή" σε συνδυασμό με την παρουσία ποιημάτων του στα σχολικά μας βιβλία. Επίσης μία ιδιαίτερη αγάπη για τη λακωνική γη ένοιωθα πως με έδενε μαζί του, καθώς η Μάνη συνδέεται με τα παιδικά μου χρόνια και για εκείνον το "βουνό" (ο Ταΰγετος) είναι βασικό σύμβολο στο έργο του. Όπως και να είναι, και χωρίς φυσικά να υποστηρίζω ότι διάβαζα ποίηση στα 11 μου χρόνια, ήθελα από πιτσιρίκι να τον γνωρίσω, έχοντας μυθοποιήσει στο νου μου την εικόνα και την παρουσία ενός ποιητή. Για κάποιο λόγο που ποτέ δεν κατάλαβα τον φανταζόμουν νέο και όμορφο...


Η ευκαιρία δόθηκε όταν έγινε μία οικογενειακή εκδρομή στη Μάνη και περάσαμε να συναντήσουμε τους συγγενείς μας στην Πλούμιτσα, τόπο καταγωγής τους: εκεί η οικογένεια Βρεττάκου είχε τα πατρογονικά της, μια συστάδα σπιτιών, ένας χαλασμένος πύργος και μια εκκλησιά, στα οποία συναντιόνταν στις μεγάλες γιορτές όλοι μαζί. Ευθύς μόλις φτάσαμε ζήτησα να τον γνωρίσω και να του ζητήσω... αυτόγραφο... Έτσι και έγινε. Πήγαμε στο σπίτι του. Τον είδα, δεν ήταν νέος, ήταν όμως όμορφος με τα τρυφερά του μάτια, τη βαρειά μειλίχια φωνή του και τη ζεστή αγκαλιά. Α, και το υπέροχα οργωμένο από τα χρόνια και τους ανθρώπους πρόσωπο. Συζητήσαμε λίγο - ό,τι θα μπορούσαν δυο παιδιά να πουν με έναν ποιητή - και φύγαμε με τρόπαιο στα χέρια ένα βιβλίο του ("Το γυμνό παιδί") με αυτόγραφη αφιέρωση.



Τα χρόνια πέρασαν, ο ποιητής τιμήθηκε από την Ακαδημία Αθηνών, στην οποία τώρα εργάζομαι, με το να γίνει μέλος της, και πέθανε τον Αύγουστο του 1991 - τυχαία πάλι βρισκόμασταν οικογενειακώς στη Μάνη. Τάφηκε δυστυχώς όχι στην Πλούμιτσα, αλλά στην Αθήνα. Ένα από τα ποιήματά του έχει γίνει για μένα από το 1996 "μήνυμα σε μπουκάλι" που αφήνω κάθε 16 του Νοέμβρη, στο πιο αγαπημένο μου πρόσωπο. Αφήνω και σε εσάς, στο δικτυακό μου μπουκάλι, αυτό το μήνυμα.

Η σημασία

Ο πόνος που εκφράζουμε δεν είναι παρά

η σημασία που δίνουμε στη ζωή,

επιμένοντας στην ουσία της.

Αν υπήρχε μια δύναμη να μας κρίνει,

θα μας χάιδευε πριν απ' τον ύπνο μας

τα μαλλιά, αναγνωρίζοντας πως

αγαπήσαμε το έργο της.

Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2009

Η Άλκη Ζέη στη Λήμνο

Υπήρχε ένα κείμενο στο "Ανθολόγιο" με τίτλο "οι θλιμμένες Κυριακές και ο Ίκαρος" ταυτισμένο απόλυτα με την παιδική ψυχολογία των σχολικών μας χρόνων. Οι Κυριακές ήταν το τέλος της μικρής μας ελευθερίας. Παρόμοια αίσθηση δηλαδή με αυτή των φαντάρων στις κυριακάτικες εξόδους: ξένος σε ξένο τόπο αγοράζεις κάθε στιγμή ανέστια ξεγνοιασιά μάταια προσπαθώντας να αναβάλεις τον αναπόφευκτο επανεγκλεισμό.

Άνοιξη του 1998, θέατρο Μαρούλα στη Μύρινα της ανεμόεσσας Λήμνου, ψάρακλας φαντάρος εγώ και απέναντί μου η Άλκη Ζέη. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή... Από ένα καραβανά έμαθα ότι σε λίγες μέρες θα γίνει εκδήλωση στη Μύρινα προς τιμήν της συγγραφέα και συζήτηση μαζί της. "Χώθηκα" λοιπόν μ' αντάλλαγμα την κυριακάτικη έξοδο και ανακοίνωσα περιχαρής την τύχη μου στους άλλους, που μάλλον παραξενεμένοι μου αντιγύρισαν μια θανατηφόρα απορία: "ποια είναι αυτή;" (σαν το "Δημοσθένους λέξις" που μου είχε χαρακτηρίσει ένας άλλος στα Γιάννενα "τραγουδάρα του Σφακιανάκη"). Η μέρα έφτασε και βρέθηκα απέναντί της σε μια κατάμεστη αίθουσα. Ειπώθηκαν διάφορα, ο λόγος δόθηκε στο κοινό και σε μένα, όταν δειλά τον ζήτησα. Συγκινημένος της είπα για τα χρόνια που τη διάβαζα και ότι για πολλούς ανθρώπους τα βιβλία της αποτέλεσαν το σπόρο της ανάγνωσης. Έκλεισα λέγοντας πως ένας φαντάρος απόψε εξιατίας αυτής της συνάντησης θα μονολογήσει "ΕΥΠΟ" πριν κοιμηθεί. Φαίνεται πως τα λόγια μου προκάλεσαν συγκίνηση, γιατί αρκετοί με συνεχάρηκαν γι'αυτά που είπα, όταν τελείωσε η εκδήλωση. Την πλησίασα και της έδωσα ένα "Καπλάνι" για να γράψει μια αφιέρωση. "Έιναι για την κοπέλα μου την Κ. που είναι στην Αγγλία" της είπα.



Το βιβλίο έφυγε το ταξίδι του στην Εσπερία (ερωτική αποστολή λέγεται αυτό). Η Κ. τελείωσε την πρακτική της μετά από καιρό και γύρισε στην Ελλάδα. Είχε μείνει μόνο η πτυχιακή ανολοκλήρωτη για να πάρει το πτυχίο. Ο εποπτεύων καθηγητής της πρότεινε να πάρει και κάποιες συνεντεύξεις από συγγραφείς. Μια από αυτές θα μπορούσε να είναι "η φίλη του η Άλκη Ζέη"!!!

Φανταστείτε την έκπληξή μας όταν μάθαμε πως το σπίτι της είναι απέναντι από τα προσφυγικά στην Αλεξάνδρας. Το ραντεβού κλείστηκε και η συνέντευξη έγινε. Πριν ξεκινήσουν η Κ. θέλησε να της πει μια ιστορία:

- "... ξέρετε πριν από καιρό ένας φαντάρος..."

- "Είσαι η Κ;"

Πέρυσι είπα αυτή την ιστορία στο Λημνιό συγγραφέα και αρχαιολόγο Χρ. Μπουλώτη, φίλο της Άλκης Ζέη. "Αστειεύεσαι;" μου είπε, "τρελαίνεται για τέτοιες πιπεράτες ιστορίες"...

Τετάρτη 18 Φεβρουαρίου 2009

Τα προσφυγικά της ανάγνωσης


Αυτά τα "Ανθολόγια" του δημοτικού - αρχές δεκαετίας του '80 - στοιχειώνουν με συγκίνηση την αναγνωστική μου πορεία. Θα ξαναμιλήσω γι' αυτά κάποια στιγμή.

Σήμερα οι διασυνδέσεις αυτού του κειμένου είναι πάλι οι συναντήσεις των βιβλίων με τη ζωή μου. Σ' ένα κείμενο του Ανθολογίου υπήρχε μια περιγραφή για τα παιδιά, που από την ταράτσα μιας από τις προσφυγικές κατοικίες τις Αλεξάνδρας μετέδιδαν μηνύματα με σήματα μορς, εν είδει παιχνιδιού, στους κρατούμενους των φυλακών Αβέρωφ. Εκεί που σήμερα είναι το μέγαρο του Αρείου Πάγου.

Τα χρόνια πέρασαν και η μοίρα το έφερε να ζήσω τα 9 χρόνια της φοιτητικής και εργένικης ζωής μου σ' ένα σπίτι εκεί στις προσφυγικές κατοικίες των Αμπελοκήπων, δίπλα ακριβώς από το μέγαρο του Αρείου Πάγου. Ήταν για μένα το καλύτερο σπίτι που θα μπορούσα να μείνω στη νέα μεγάλη πολιτεία: ευάερο, ευήλιο, μια γειτονιά ποικίλη, γεμάτη παιδιά που από την Άνοιξη έπαιζαν έξω από το παράθυρό μου, στο κέντρο της πόλης και πολύ κοντά σε ό,τι με μαγνήτιζε εκείνα τα χρόνια: τους κινηματογράφους.


Η ιστορία των προσφυγικών κατοικιών είναι χαραγμένη ανεξίτηλα πάνω τους, όπως στα βιβλία, γι' αυτό ό,τι βλέπετε σήμερα δεν είναι άσχημο, είναι απλά γερασμένο. Οικοδομημένες το 1935 σε στυλ Μπαουχάους από τους Λάσκαρι και Κυριακό, οι 8 πολυκατοικίες με τα 228 διαμερίσματα περιλαμβάνονται στα 10 κτίρια που η ελληνική ομάδα για την Τεκμηρίωση και Διατήρηση Κτιρίων και Συνόλων του Μοντέρνου Κινήματος (DoCoMoMo) επέλεξε ως εξαιρετικά δείγματα της παγκόσμιας σύγχρονης αρχιτεκτονικής. "Γραμμένες" πάνω τους είναι οι σφαίρες από τα Δεκεμβριανά και οι μνήμες των μικρασιατών προσφύγων του 1922 που τα κατοίκησαν.

Δυστυχώς πάνω τους θα βρει κανείς και τα σημάδια της επιθετικής κρατικής αδιαφορίας από την εποχή που εγώ διάβαζα το Ανθολόγιο: αναγγέλλονταν κατεδαφίσεις προκειμένου να χτιστεί πότε η νέα Μητρόπολη, πότε τα νέα δικαστήρια, πότε η νέα Εθνική Βιβλιοθήκη, πότε... χώρος πρασσίνου. Το τελευταίο επισπεύσθηκε εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων, η Κτηματική Εταιρεία του Δημοσίου με ποικίλες μεθοδεύσεις αγόρασε κοψοχρονιάς αρκετά από τα διαμερίσματα με απώτερο στόχο να δοθεί προς πράσσινη... εκμετάλλευση ο ελεύθερος χώρος. Πολλοί ιδιοκτήτες αντέδρασαν, κάποια κόμματα και το Πολυτεχνείο συντάχθηκαν μαζί τους, τα προσφυγικά πριν από λίγους μήνες σώθηκαν.


Το 2002 η λήξη της εργένικης ζωής μου με έστειλε μακρυά τους. Το σπίτι άδειασε από το νοικοκυριό μου και ένα απόγευμα το αποχαιρέτησα, όπως αποχαιρετούμε καμιά φορά χρόνια ολόκληρα της ζωής μας: "με καφέ και τσιγάρο". Στα χέρια μου κράτησα και διάβασα ένα λατρεμένο ποήμα του Εγγονόπουλου, όπως διαβάζει κανείς μια ιστορία σε μια ζωή που αρχίζει. Αυτό το ποίημα είναι εν πολλοίς η ζωή μου εκεί και έκλεισε τη ζωή μου εκεί, όπως την άνοιξε τη δεκατεία του '80 ένα άλλο.
Σας το χαρίζω...


Ενοικιάζεται

Τρίτη 17 Φεβρουαρίου 2009

Λόγος υπέρ πολιτικής

Μια απορία που συνήθως εκτρέπεται στα ιστορικά μου αναγνώσματα από τις συνήθεις και "κατευθυνόμενες" από το κείμενο σκέψεις, είναι πώς είναι δυνατόν οι άνθρωποι παραμονές μιας καταστροφής, ενός πολέμου ή μιας επανάστασης, να μην έχουν αντιληφθεί και προετοιμαστεί για τα επερχόμενα. Ποια θα ήταν αυτή η προετοιμασία δεν μπορώ να ξέρω ή να ορίσω, αλλά δεν είναι και αυτό το ζητούμενο.
Ακόμη και το μέγεθος των πραγμάτων αδυνατούμε συχνά και να το αντιληφθούμε και να το ερμηνεύσουμε. Το πλήθος αυτών των πηγών που θα μας ενημερώσουν για το τι έγινε, πώς έγινε, τι σημαίνει αυτό που έγινε δυστυχώς δεν επιτυγχάνει ή δεν θέλει τελικά να ταυτίζεται με μια καλύτερη και πληρέστερη πληροφόρηση. Για ποιους λόγους δεν είναι επίσης ζητούμενο, γιατί το φαινόμενο που αναφέρω είναι αειθαλές στα βάθη του χρόνου.
Υπάρχουν βέβαια πάντα κάποιοι - λίγοι, που αναστοχάζονται την ανθρώπινη ιστορία και μέσα από αυτή την ανάλυση οδηγούνται σε περιγραφές των επερχόμενων δεινών. Η αδυναμία σε αυτή την περίπτωση, ή αν θέλετε η δυσκολία, είναι το πώς σε μία τέτοια ανάλυση εισβάλλουν δεδομένα της εποχής και αναλύσεις κοινωνικών φαινομένων που θολώνουν τη διάυγεια ενός παρελθοντολογικού στοχασμού.
Κατά την εκτίμησή μου η πολιτική ανάλυση και σύνθεση των ιστορικών δεδομένων της εποχής μας - και ιδιαίτερα αυτή της Αριστεράς - είναι πιο κοντά στην ανθρωποκεντρική αλήθεια του ποιοι είναι τα θύματα των εκτροπών του συστήματος και πώς οδηγήθηκε η κοινωνία σε αυτές. Νομίζω πως οφείλουμε ως γενιά να την ακούσουμε, όχι μόνο γιατί τα βασικά θύματα της επελαύνουσας οικονομικής κατάρρευσης θα είμαστε εμείς, αλλά γιατί αν την ακούσουμε, θα οπλιστούμε με τα στοχαστικά και οραματικά όπλα για να ανατρέψουμε το σύστημα που μας χρησιμοποιεί ως προϊόν (αναλώσιμο) και όχι ως αποδέκτη της ευημερίας. Την κρίση θα τη βιώσουμε στη μεγαλύτερη έντασή της. Τουλάχιστον ας επιβιώσουμε από αυτήν πιο δυνατοί, πιο σίγουροι, πιο υποψιασμένοι για το τι μας οδήγησε εδώ και ποιο είναι το χρέος μας να ανατρέψουμε το σύστημα που μας έβαλε στο ράφι προς κατανάλωση.
Απαντώντας στην ίδια μου την απορία ίσως να έχω δίκιο που καταλήγω εδώ: οι άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται το μέγεθος των επερχόμενων δεινών όταν έχουν πάρει διαζύγιο από την πολιτική. Η πολιτική είναι συν-εργασία έξω από την ατομικιστική μονάδα υπέρ του συνόλου και του μέρους, δεν είναι ένα χαρτί σ' ένα κουτί που διορίζει τους διαχειριστές της ζωής μας...

Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου 2009

Η μέσα βροχή και τα Γιάννενα

Τα Γιάννενα είναι μια πόλη που συναντώ συχνά στη ζωή μου (πραγματική και φανταστική). Μοιάζει ακόμη να μην αρνείται την ιστορία της και η φυσιογνωμία της έχει ονειρικές ρωγμές, σοκάκια, σπίτια, τη Λίμνη, τα αγάλματα, το κάστρο, τα ουζερί, το βουνό, την ομίχλη… Πριν τη ζήσω για δυο μήνες ως φαντάρος – οι φαντάροι βιώνουν με ιδιαίτερο τρόπο μια πόλη, τελείως διαφορετικό από τους δημότες της ή τους τουρίστες – την «ήξερα» από τον αγαπημένο μου Έλληνα συγγραφέα το Νίκο Χουλιαρά.

Βέβαια ο Χουλιαράς δεν είναι μόνο συγγραφέας, αλλά και ζωγράφος και μουσικός και κάποτε τραγουδιστής, με όρους της πατρίδας του είναι τεχνίτης του ονείρου. Ο «Λούσιας» είναι για μένα από τις πιο δυνατές, ιδιόμορφες και ανατρεπτικές στάσεις της αναγνωστικής μου πορείας, κυρίως ως γραφή και οπτική της ζωής. Γεννημένος τον Οκτώβριο του 1940 και παντρεμένος με την Αλίκη Καγιαλόγλου ο Χουλιαράς στοιχειώνει το συγγραφικό του έργο με μία ιδιαίτερη όραση των ανθρώπων, των σχέσεων και του περιβάλλοντός τους. Τα Γιάννενα και η παιδική του ηλικία είναι χαρακτηριστικό θεματολογικό γνώρισμα των μυθιστορημάτων και των διηγημάτων του. Οι τίτλοι των έργων του επίσης αρνούνται τη λήθη και με μια ποιητική συμπύκνωση που δεν είναι ποτέ εξεζητημένη έλκουν τον αναγνώστη σε μια μαγική πορεία ανάγνωσης: το μπακακόκ, το χιόνι που ήξερα, ζωή την άλλη φορά, ο χρόνος είναι πάντα με το μέρος του, η μέσα βροχή, εικόνες στο ύψος της ζωής κ.α.
Ο Χουλιαράς είναι μάλλον «δύσκολος» στις συνεντεύξεις του, όποτε τον έχω δει φαίνεται να «βασανίζει» τους δημοσιογράφους με τις μικρές απαντήσεις του. Είναι αυτό που θα λέγαμε με τους τρέχοντες όρους «μη επικοινωνιακός», αν θεωρήσαμε επικοινωνία τη δημόσια εικόνα μέσω των ΜΜΕ. Η γραφή του με οδήγησε και στη ζωγραφική του, επίσης ιδιαίτερη, με δική της γλώσσα με ονειρικές ρωγμές, όπως η πόλη του. Σε πολλά βιβλία της Νεφέλης θα συναντήσετε τις μορφές του, εξάλλου έχει βραβευθεί με το Α΄ βραβείο στη Διεθνή Έκθεση της Λειψίας για το καλύτερα σχεδιασμένο βιβλίο στον κόσμο. Όνειρό μου είναι να αποκτήσω κάποτε ένα έργο του: να είναι ολοδικό μου.

Το 2005 είχε πει σε μια συνέντευξή του στη Σταυρούλα Παπασπύρου στην Ελευθεροτυπία: «Για χρόνια ολόκληρα, την εποχή που ακόμη ήμουνα παιδί, με όλους τους καιρούς, είτε τα πρωινά του χειμώνα με την πυκνή ομίχλη και το χιόνι πηγαίνοντας προς το σχολείο, είτε τις νύχτες του καλοκαιριού με το πορτοκαλί φεγγάρι, μονάχος, επιστρέφοντας στο δρόμο για το πατρικό μου σπίτι, έκανα αυτό που κάνω και σήμερα γράφοντας ή ζωγραφίζοντας κλεισμένος κάτω στο εργαστήριο: μετέτρεπα τις συνηθισμένες αυτές διαδρομές σε διαδρομές προσωπικής δοκιμασίας. Σε πορείες ψυχαχωγίας, αινίγματος και επιθυμίας, με το ενδεχόμενο να με οδηγήσουν κάποτε στο αληθινό μου σπίτι...».

Νομίζω πως τα Γιάννενα είναι τυχερά να πρεσβεύονται από συγγραφείς όπως ο Δημήτρης Χατζής και ο Νίκος Χουλιαράς. Καθώς η Αθήνα ετοιμάζεται για βροχή, καθώς το Σαββατοκύριακο πλησιάζει, ένα μικρό στοχαστικό δώρο ξεμένει στην δικτυακή μας γωνιά από τις «εικόνες στο ύψος της ζωής»:

Η ζωή, πολύ συχνά
είναι μονάχα η συνήθειά της
κι όπου βρεθεί
αφήνει ψιχουλάκια.
Κάτι σημάδια ασήμαντα
αφήνει, κάθε τόσο, για να μη χαθεί
γι’ αυτό και ζει ακόμη.

Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

Αλλάχ Ακμπάρ!


Η Αίγυπτος είναι μυρωδιές, γεύσεις, ήχοι, εικόνες – σταματώ: είναι αισθήσεις. Είναι οι μνήμες, οι χώροι και οι άνθρωποι που σου προσφέρονται μέσα από το ανελέητο φίλτρο της φθοράς του χρόνου.

Είναι οι λέξεις και οι φράσεις του Καβάφη, η γειτονιά του, το άχρονο του Πατριαρχείου και η Βιβλιοθήκη του, οι Κόπτες, ο μουεζίνης 5 φορές την ημέρα, τα παιδιά που χορεύουν τις Πέμπτες στην Μοντάζα, η Κορνίς και το κάστρο του Κάιτ-Μπέη, τα ταξί, οι ταναγραίες στο ελληνορωμαϊκό μουσείο της Αλεξάνδρειας και οι κατακόμβες, οι φτωγογειτονιές, η πόλη των νεκρών στο Κάιρο, οι χυμοί από ζαχαροκάλαμο και ρόδια, οι γλυκοπατάτες στο δρόμο, ο ναργιλές, η μαστίκα παγωτό, το μουσείο του Καΐρου, το ταξίδι με τραίνο Αλεξάνδρεια-Κάιρο, τα χωριστά βαγόνια για γυναίκες και άντρες στο μετρό, οι άντρες πιασμένοι χέρι-χέρι περπατώντας στο δρόμο.


Είναι οι άνθρωποι που γνώρισα εκεί πριν από 11 χρόνια σε ένα μοναχικό ταξίδι 13 ημερών: ο Άσραφ και η Σερίν, ο Σερίφ και η Μάγκντα, οι γερόντισσες αρμένισες κυράδες (που ξέμειναν και πέθαναν μόνες, χωρίς πατρίδα, χωρίς θρησκεία, χωρίς δικούς).

Το 2006 σε ένα συνέδριο για την πληροφοριακή παιδεία που οργάνωσε το Goethe Institut πλησίασα και μίλησα για αρκετή ώρα με μια «υψηλή καλεσμένη», την Sohair Fahmy Wastawy, Ά Βιβλιοθηκονόμο στη Bibliotheca Alexandrina. Με όχημα την αγάπη μου για τη χώρα της και τις λίγες αραβικές λέξεις που έχω μάθει, στοιχεία που την κολάκεψαν, συζητήσαμε για τη Νέα Βιβλιοθήκη και τη δουλειά μας. Στο φαραωνισμό αυτού του έργου (όπως ο Μιτεράν κληροδότησε τη BNF στη Γαλλία, έτσι και ο Μουμπάρακ στην Αίγυπτο τη Β.Α.) αντιτάχθηκαν τα μάτια της, η σεμνότητα και η θέρμη της φωνής της όταν μου περιέγραψε τον ενθουσιασμό της για τη δουλειά μας και την τιμή που νοιώθει να δουλεύει στη Νέα Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας. Γυρνώντας γύρω μου είδα τότε τα γνώριμα πρόσωπα των συνεδρίων με την κενή ματαιοδοξία τους, τους βυζαντινισμούς και τις μικροπρέπειες και όσο πιο ήσυχα μπορούσα αναφώνησα: Αλλάχ Ακμπάρ.

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2009

Τα ζιγκ-ζαγκ του ΥΠΕΠΘ στις σχολικές βιβλιοθήκες

Η πρόσφατη δικαστική περιπέτεια του Ζιγκ-Ζαγκ στις νερατζιές (Έρση Σωτηροπούλου) λειτούργησε ως νομότυπη απόπειρα λογοκρισίας και άναψε φωτιές και αντιδικίες και στα ελληνικά ιστολόγια. Κερκόπορτα για τέτοιου είδους απόπειρες αποτελεί και το θεσμικό πλαίσιο των σχολικών βιβλιοθηκών.

Με εγκύκλιό του το Υπουργείο Παιδείας (Αρ. Πρωτ. 128832/Γ7/30-11-2006) απαιτεί από τις χιλιάδες σχολικές μονάδες της χώρας (δημοτικά, γυμνάσια, λύκεια) να αποστείλουν στο Γραφείο Σχολικών Βιβλιοθηκών κατάλογο με τα βιβλία που ήδη υπάρχουν στις συλλογές τους για "έγκριση καταλληλότητας" από "αρμόδια Επιτροπή". Στην εγκύκλιο οι εκπαιδευτικοί καλούνται "αφού διενεργήσουν έλεγχο εντοπισμού του υλικού" να αποσύρουν ό,τι δεν περιλαμβάνεται στους "σχετικούς καταλόγους εγκεκριμένου υλικού που έχουν συνταχθεί βάσει αντίστοιχων υπουργικών αποφάσεων".

Όλη η εγκύκλιος μπορεί να σχολιαστεί για την ορολογία της και μόνο, που υποδεικνύει πόσο άσχετοι με το θέμα είναι οι συντάκτες της: εντοπισμός, καταλληλότητα, εγκεκριμένου κ.ο.κ. Ωστόσο υπό συζήτηση και προβληματισμό παραμένει το νόημα. Το θέμα το είχαμε θέσει πέρυσι με την wicked librarian, ενώ είχε γίνει και ερώτηση στη Βουλή από το βουλευτή του ΣΥΝ Γιάννη Δραγασάκη.
Το ΥΠΕΠΘ ερωτούνταν:

- Σε ποια μέτρα προτίθεται να προβεί για τη χρηματοδότηση του θεσμού και τη στελέχωση με εξειδικευμένο προσωπικό, ώστε να μπορέσει επιτέλους να έχει το κάθε σχολειό τη δική του βιβλιοθήκη με το αντίστοιχο εξειδικευμένο προσωπικό;

- Με ποιο σκεπτικό το υπουργείο Παιδείας αποκλείει τους εκπαιδευτικούς από την κρίση πιθανής ακαταλληλότητας υλικού των σχολικών βιβλιοθηκών;

- Με ποια κριτήρια συντάχθηκε ο «κατάλογος εγκεκριμένου υλικού;
Με ποια κριτήρια κρίνεται η καταλληλότητα του υλικού; Ποιο υλικό,
ποιου περιεχομένου, ποιων συγγραφέων είναι ακατάλληλο για
μαθητές πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης;

Αυτό που δεν έχει βγει προς τα έξω είναι η απάντηση που είχε δώσει τότε το Υπουργείο, την οποία σας χαρίζω για να θαυμάσετε τον τρόπο γραφής και το περιεχόμενο.





Νομίζω πως η κρίση του καθενός επαρκεί για το σχολιασμό της απάντησης. Δεν κρατιέμαι ωστόσο να μη σχολιάσω τον πατερναλισμό που δεν φοβάται τη γραφειοκρατία ή που τη χρησιμοποιεί για να συνεχίσει να θέτει εμπόδια στην ανάπτυξη. Οι εκπαιδευτικοί σαφώς απαξιώνονται και οι ελεγκτές της «καταλληλότητας» δεν κατονομάζονται.

Ποιο είναι το ηθικό και πολιτικό δικαίωμα του Υπουργείου Παιδείας να λογοκρίνει, να επιτρέπει ή να απαγορεύει την ύπαρξη υλικού σε βιβλιοθήκες για τις οποίες το ίδιο δεν έχει κάνει τίποτα ή έχει κάνει ελάχιστα πράγματα, είναι στην κρίση του καθενός να το αποτιμήσει. Η σπουδή εκπαιδευτικών και γονέων να συγκροτήσουν και να αναπτύξουν συλλογές στα σχολεία με την κίνηση αυτή έρχεται με εύκολο τρόπο να αποκτήσει τη νομιμότητα και την πατρότητα του Υπουργείου Παιδείας για κάτι για το οποίο δεν έχει δείξει ποτέ το έμπρακτο ενδιαφέρον του

Παρασκευή 6 Φεβρουαρίου 2009

Μνημείο πεσόντων - VII

Ο τόπος μου είναι η μυθολογία των παιδικών χρόνων: στ'αρχαία σπαράγματα τα θερινά απογεύματα οι άνθρωποι που φεύγουν. Ο ενήλικος στοχασμός μου είναι μνημείο πεσόντων.
Γιατί όπως κατάλαβες
Το μόνο δικό σου τελικά στη ζωή σου είναι η ερμηνεία της

Μνημείο πεσόντων - VI

Γνώρισα τη Γιόνα πριν από 1 χρόνο, όταν κλήθηκα να καταγράψω την αντοχή των υλικών στους χάρτινους τοίχους της. Ευκαιρία χρυσή περνώντας τις στενωπούς του εκλεκτισμού και του πόνου της να συναντώ τα ξέφωτα της 90χρονης ζωής της.
Αυτό το κείμενο το γράφω γιατί πριν από λίγους μήνες έχασε τη μνήμη της. Και δεν ξέρω τι είναι ζωή για έναν άνθρωπο στην ηλικία της, αν όχι οι αναμνήσεις του.

Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2009

Μνημείο πεσόντων - V

Οι άνθρωποι που μας έδιναν καραμέλες όταν ήμασταν παιδιά, η κυρα-Χριστίνα ή ο θείος ο Σπήλιος, έχουν χρόνια πεθάνει. Ίσως γιατί μεγαλώσαμε

Τις νύχτες στα όνειρά μου τρέχω στο σπίτι της με μια αρμαθιά «σκυλάκια» ή στο γαλάζιο αυτοκίνητό του στο ντουλαπάκι του συνοδηγού και η ψυχή μου γεμίζει εκείνη τη γεύση τη γλυκιά και λίγο παράνομη. Γι’ αυτούς εκεί ίσως να είμαστε ακόμη παιδιά.

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2009

Μνημείο πεσόντων - IV

Αυτό το αναπόφευκτο σαφώς μας ενώνει. Οι συνάξεις μας με τα χρόνια έγιναν μια τελετή μύησης στους οικογενειακούς δεσμούς. Οι ίδιοι άνθρωποι, οι ίδιες μουσικές, οι ίδιοι χοροί.
Μέχρι που…
Τώρα σ’ αυτόν τον χασάπικο δεν σαλεύει κανείς. Ούτε βέβαια η γυναίκα του Αλέκου, που δεν έρχεται πια στις γιορτές, ούτε κανείς την καλεί. Μόνο γυρνάμε το βλέμμα εκεί που στέκει η φωτογραφία, σαν μια μετέωρη φιγούρα χορευτική. Και αυτή η σιωπή είναι η καινούρια μυστική τελετή μας.

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2009

Μνημείο πεσόντων - III

Ο κυρ Αντρέας ήταν φαντάρος στην Καρδίτσα κατά την περίοδο του εμφυλίου. Είδα πρόσφατα φωτογραφίες του στο οικογενειακό άλμπουμ. Οι παλιοί της «Ηρώων» αναφέρονται με μισόλογα και για το ρόλο του στη χούντα, κυρίως για το πώς διαλύθηκε μια απεργία των σιδηροδρομικών. Ο τάφος του είναι στη Μάνη, εκεί που γεννήθηκε.
Τον θυμάμαι να επιστρέφει από τη δουλειά και εγώ παιδί 4 χρόνων να τον «σκοτώνω» στο διάδρομο του σπιτιού και ύστερα να χύνομαι στην αγκαλιά του «θετού» μου παππού.

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2009

Μνημείο πεσόντων - II

Δεν ξέρω πότε πεθαίνει κανείς. Νομίζω όμως όταν παύει να ζει. Αυτό που μέσα σου ανασαίνει, απορεί και θυμώνει χρόνια μετά την τελευταία φορά που τον είδες, απολιθώνεται μεμιάς μια τέτοια στιγμή.

Δεν θα μάθω ποτέ αν η Μάτα τύπωσε εκείνη τη συλλογή διηγημάτων που μου εμπιστεύθηκε στα δεκαέξι μου χρόνια. Τι παράδοξο παράπονο κι αυτό για έναν άνθρωπο που θάψανε σήμερα.