Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αφορισμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αφορισμοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Απριλίου 2016

Μεγάλη Παρασκευή


Μια μέρα είδα στον ύπνο μου πως πετούσα. Ξυπνώντας δεν ήμουν στο κρεβάτι μου. Έκτοτε είμαι ένας τραυματισμένος άγγελος ή πουλί.

***
ο πίνακας είναι του Χρόνη Μπότσογλου

Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Τετάρτη 27 Απριλίου 2016

Μεγάλη Τετάρτη


Ο πατέρας του πατέρα μου έλεγε πως ο ύπνος είναι που πάμε να κοροϊδέψουμε τους πεθαμένους. Όμως εγώ δεν θέλω άλλο να τους κοροϊδεύω.

***
ο πίνακας είναι του Χρήστου Παλλαντζά

Τρίτη 26 Απριλίου 2016

Μεγάλη Τρίτη


Οι σκιές μας σέρνονται μια ζωή σε τοίχους και δρόμους ψάχνοντας μια τρύπα να χωθούν. Πάντα το καταφέρνουν στο τέλος.

***
ο πίνακας είναι του Εδουάρδου Σακαγιάν

Δευτέρα 25 Απριλίου 2016

Δευτέρα 28 Σεπτεμβρίου 2015

Πότε ξεκινούν τα παραμύθια


Μια φορά και μπλα μπλα μπλα. Η ιστορία της ζωής των ανθρώπων έχει επεισόδια που ενδιαφέρουν κάποτε τους παραμυθάδες. Ένας έρωτας βασανισμένος, κάποια ξωτικά ή δράκοι, οι δοκιμασίες και η τελική επίτευξη του στόχου είναι αξιοποιήσιμα στοιχεία σε μια αφήγηση που ξεχωρίζει ένα κύριο από κάποια δευτερεύοντα. Αρέσει στους ανθρώπους να διαβάζουν τα κύρια της ζωής των άλλων, έτσι βουτηγμένοι όπως είναι οι περισσότεροι στα δευτερεύοντα. Ακόμη και οι ήρωες όμως των παραμυθιών δεν ζουν μια ζωή απ’ άκρη σ’ άκρη ενδιαφέρουσα. Γι’ αυτό και τα παραμύθια όταν ολοκληρώνουν την αφήγηση του  κύριου, ξεμπερδεύουν με τα ρετάλια της ιστορίας με μια φράση: «και ζήσαν αυτοί καλά».


Όλα θα ήταν προβλέψιμα, εύκολα και καθεστωτικά, αν δεν υπήρχε κι αυτό το ειρωνικό στο τέλος «κι εμείς καλύτερα». Αυτό το «εμείς» που μας διαχωρίζει από τους ήρωες των παραμυθιών εμάς που τα ακούμε κι εμάς που τα αφηγούμαστε, κι αυτό το «καλύτερα» που μας εξορίζει στην τύχη του στωικού και αυτοσαρκαζόμενου προλετάριου της ευτυχίας. Κι ενώ το παραμύθι κανονικά τελείωσε με αυτή τη φράση, ουσιαστικά μόλις ξεκίνησε.

***
ο πίνακας είναι του Θωμά Τουρναβίτη

Παρασκευή 5 Ιουνίου 2015

Ο καγιανάς


Η πολιτική δεν είναι η τέχνη του εφικτού, αλλά η υποχώρηση στην ισχύ του ανέφικτου. Η τέχνη από την άλλη δεν εξαρτάται από το εφικτό και το ανέφικτο, επομένως δεν ορίζεται σε σχέση με την πολιτική.

Κατέβαινα με τα πόδια να πάρω το τραίνο χθες το απόγευμα. Θα πήγαινα να δω τον φίλο μου το Νίκο που ήρθε για λίγες μέρες στην Αθήνα. Περπατούσα στις γειτονιές της μεγάλης μας πόλης αφηρημένος κι απορροφημένος σε σκέψεις σαν αυτή που άνοιξε αυτό το κείμενο.

Ξαφνικά συνέβη κάτι που με αναστάτωσε. Μια μεθυστική μυρωδιά είχε δραπετεύσει από κάποιο σπίτι με ανοιχτά παράθυρα και με άρπαξε και με πήγε και με έφερε σε μέρη και χρόνια και συναισθήματα και μνήμες. Με έκανε σώμα πάλι με τον τρόπο της.

Έφτασα στο σταθμό. Η μυρωδιά είχε φύγει. Το τραίνο όμως ερχόταν. Είχε αφήσει ωστόσο πίσω της μια σκέψη, σαν σκιά: λοιπόν πατρίδα είναι εκεί που περπατάς σ’ ένα δρόμο κι έρχεται η μυρωδιά του καγιανά που τηγανίζεται και σε απαγάγει.

Μέχρι το βράδυ πίναμε μπύρες με το Νίκο. Ήρθαν κι άλλοι φίλοι του και συζητούσαμε για τα κινήματα, την πολιτική, το κόμμα και την κυβέρνηση κι όλα αυτά. Λίγο πιο πέρα ένα συγκρότημα από την Πολωνία έπαιζε τζαζ μουσικές.

"Οι θάνατοι των περισσότερων ανθρώπων είναι απάτη. Δεν έχει απομείνει τίποτα για να πεθάνει". Δεν το λέω εγώ, ο Μπουκόβσκι το λέει σε ένα ημερολόγιό του. Το διάβασα σήμερα το πρωί ερχόμενος στη δουλειά. "Δεν θα έχω πεθάνει ως τότε", σκέφτομαι και χαμογελώ (νομίζω) σε ένα κορίτσι που στέκεται απέναντί μου και φοράει ένα κοντό μπλε φουστάνι και τα λευκά της πόδια με οδηγούν στην έξοδο.

***
ο πίνακας είναι του Νίκου Κεσσανλή

Σάββατο 12 Απριλίου 2014

Το κλειδωμένο κλειδί


Κάποια στιγμή να ομολογήσουμε πως το κλειδί είναι φριχτά καταδικασμένο
να μένει μονίμως κλειδωμένο
έξω από όπου κάτι μέσα κλείδωσε. Και αυτή η ιστορία είναι
μια δίκαιη συνέπεια των πράξεών του.
Ποτέ δεν δοκίμασε την τύχη (το κλειδί) κάπου να κλειδωθεί ως κάτι πολύτιμο,
ένα ψέμμα ίσως.
Θέλω να πω πως το κλειδί αυτό ακριβώς είναι:
η αλήθεια που μένει πάντα απέξω.

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Περί αρχής και τέλους στα παραμύθια


Μια φορά κι έναν καιρό ήταν - λέω "ήταν" γιατί έτσι αρχίζουν τα παραμύθια: σε χρόνο που παρήλθε. Δεν μπορούν (τα παραμύθια) να μας πουν πως "είναι" ή "θα είναι". Γιατί ξέρουν πως έπονται πάντα ενός γεγονότος και πως ούτως ή άλλως και οι ιστορίες τελειώνουν. Τα παραμύθια τελειώνουν συνήθως μ' ένα μικρό ψέμα: "κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα". Το ψέμα δεν είναι πως εμείς ζούμε καλύτερα από τους ήρωές τους, κι ας βασανιζόμαστε εξίσου. Είναι πως το παραμύθι τελειώνει με μια υπόσχεση ας πούμε, πως η ιστορία έχει συνέχεια και πέρα από την αφήγηση, πως η ευτυχία δεν έχει τέλος. Είναι γιατί στα παραμύθια αρέσει να μας υπενθυμίζουν πως είναι αφηγήσεις, δηλαδή επιλεγμένη αναπαράσταση της πραγματικότητας; Δεν είμαι σίγουρος.

Νομίζω πως τελικά τα παραμύθια μετανιώνουν που άρχισαν. Θέλουν, βεβαιώνοντάς μας πως "έζησαν αυτοί καλά", να μας βοηθήσουν να ξεχάσουμε την ήττα αυτού του "ήταν" στην αρχή της αφήγησης. Είναι τόσο γλυκειά αυτή τους η προσπάθεια, που νομίζω πως μπορούμε να συγχωρέσουμε τα παραμύθια γι' αυτήν τους τη μικρή αδυναμία.

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Ένας αφορισμός για τις Επαναστάσεις

"πατριδογνωσία"/Γιάννης Ψυχοπαίδης

Ο καλύτερος τρόπος να καταστείλεις μια Επανάσταση είναι να την ιστορήσεις. Με χρονολογική σειρά, μάχη τη μάχη, νίκη τη νίκη.

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Ένας αφορισμός για τη γραφή

La Desserte rouge - Henri Matisse (1908)
Εμένα, σπίτι μου είναι η γραφή. 
Οι τοίχοι της είναι από χαρτί. Π
άνω τους χορεύουν τις μέρες οι 
ίσκιοι των δέντρων και των που
λιών. Πάνω τους χορεύον τις νύ
χτες τα όνειρά μου