Παρασκευή 26 Μαΐου 2023

Το ποίημα της ανώνυμης γυναίκας δίπλα μου στο τραίνο



Μια γυναίκα δίπλα μου πλέκει
Μ' ένα μικρό βελονάκι
Το χρόνο που περνά πλέκει
Τα τοπία που σωρεύονται
Στου βαγονιού το παράθυρο
Τις σκέψεις μου που γίνηκαν κουβάρι
κι όλου του κόσμου τις επιθυμίες και τις ματαιώσεις
Σιωπηλή
Χωρίς ενδιαφέρον κανένα
Για τον όμορφο νεαρό με τα κατακόκκινα χείλη
Που κάθεται απέναντι δεξιά μου
Και τα δύο κορίτσια που τον κοιτούν
- η μια φοράει ένα ασημένιο σκουλαρίκι
Στο φρύδι της που γέρνει στοργικά
Σαν τα γεφύρια στα παλιά ποτάμια
Σαν τις λέξεις στα παλιά παραμύθια
Σαν τη μέρα που κλείνει τα βλέφαρά της
Νυσταγμένη στο λίκνισμα του τραίνου

Σε κάποιο σταθμό κατεβαίνει
Βάζει το πλεκτό στην τσάντα της προσεκτικά
- όπως ίσως να έβαλε κάποτε στην κούνια του
Ένα μωρό
Και χάνεται
Για μια στιγμή ακούς το χρόνο να τρίζει
Ένα ξαφνικό κενό διασαλεύει την τάξη του κόσμου
- ή έστω υπόσχεται πως θα το κάνει
Κι ύστερα, κάπως βιαστικά,
Παίρνω τη θέση της δίπλα στο παράθυρο
Βγάζω από την τσάντα μου ένα μικρό πλεκτό
-σαν μωρό
κι αρχινάω το πλέξιμο.


***
ο πίνακας είναι της Βίκυς Γεωργιοπούλου

Τετάρτη 24 Μαΐου 2023

Το ποίημα του Νίκου



Κανείς δεν κάθισε ξανά
σ' ετούτη την καρέκλα
Η απουσία του
Καθόταν πια
Δεν της πήραμε τη θέση.

Τι να κάνει εξάλλου όρθια
Μια απουσία;

***
ο πίνακας είναι του Νίκου Αγγελίδη

Τρίτη 16 Μαΐου 2023

Το ποίημα της Ματίνας



Η Ματίνα τινάζει τα χαλιά στο μπαλκόνι.
Δεν πρόσεξε,
κι ο άνδρας της κοιμόταν στο χαλί του σαλονιού
κι ο γιος της κοιμόταν στο χαλί της κρεβατοκάμαρας
Δεν πρόσεξε.
Αν είχε γάτα στο χαλάκι της κουζίνας
Αν είχε φίλους στο μακρόστενο χαλί του διαδρόμου
Αν είχε όνειρα
Αν είχε ελπίδες
κι αυτά θα τα τίναζε
το Μάιο που οι άνθρωποι καθαρίζουν τα χειμωνιάτικα
και τα αποθηκεύουν μέχρι να 'ρθουν τα κρύα.
Βλέπω τη Ματίνα μόνη στο μπαλκόνι
Μην πιστέψετε ποτέ πως υπάρχουν
μαγικά χαλιά που πετούν.

***
ο πίνακας είναι του Henri Matisse

Πέμπτη 11 Μαΐου 2023

Το ποίημα της Αλέκας


Ξέρω πως δεν είναι όνειρο
Η πόλη ήταν άδεια απόψε
επιστρέφοντας
Οι δρόμοι της ακίνητοι
Στα σπίτια έχασκαν ανοιχτές οι πόρτες και απ' τα παράθυρά τους ξετυλίγονταν
στο μαύρο ουρανό σκισμένες κουρτίνες
Σαν κορίτσια που χορεύουν με τον φανταστικό καβαλιέρο τους
Σε χορούς αιώνιους και υποσχετικούς μπροστά στον καθρέφτη της ντουλάπας τους
Ένας γιγαντόσωμος άντρας βγήκε από τις σκιές
Βαρύς περπάτησε σαν ετοιμόρροπο δέντρο στο πλάι μου
Κι ύστερα με μια κραυγή χάραξε της νύχτας το λαιμό
Αάααααααααααααα Αάαααααααααα
Τίποτε άλλο.
Σαν να μίλησε άπαξ τη γλώσσα μιας μόνο λέξης κι ενός μόνου συναισθήματος.
Κι ύστερα μια γυναίκα ήρθε κατά πάνω μας κι έγινε ξαφνικά πεσμένα φύλλα που στροβιλίζονται στου ανέμου το ανατρίχιασμα και σηκώνονται και με χτυπούν και με τυφλώνουν και μπαίνουν στο στόμα μου και γεμίζω μέσα μου με της εγκατάλειψης τα υπονοούμενα και υπομονετικά τα μασάω και τα καταπίνω, τα καταπίνω, τα καταπίνω 
κι όλη η γυναίκα που συνάντησα είναι εντός μου
Η φωνή του άνδρα μέσα στην άδεια πόλη 
είμαι εγώ
Και της γυναίκας το ανατρίχιασμα σαν φύλλα που τα σαρώνει ο χρόνος
είμαι εγώ.
Τα γράφω εδώ όλα αυτά γιατί τα έζησα.
Αν και αμέσως όλα αποκαταστάθηκαν
(οι δρόμοι γέμισαν ξανά περαστικούς, τα σπίτια κοίμισαν εντός τους την απελπισία και οι σκιές νουθετήθηκαν) θέλω να σας διαβεβαιώσω πως
- έστω και λίγο -
διασαλεύτηκε η τάξις
ή φάνηκε τι κρύβεται πίσω απ' τις κουρτίνες
όταν χορεύουν τις νύχτες
στ' ανοιγμένα παράθυρα

***
το σκίτσο είναι του Paul Delvaux

Τρίτη 2 Μαΐου 2023

Το ποίημα της Σ.

 


Με τόσο θάνατο που μάζεψε στη ζωή της
Έγινε
Πόλη που βομβαρδίστηκε ανελέητα
Σώματα γυμνά, διαμελισμένες λέξεις
Εκκρεμή επιφωνήματα σε ετοιμόρροπες κρεβατοκάμαρες
Χάσκουν εκτεθειμένες στου ανέμου την άστοργη τριβή
Τσαλαπατημένα χαμομήλια και κουφάρια ζώων
Αχάιδευτο στήθος που κατολισθαίνει ματαιωμένο
Δεν θηλάστηκε ποτέ
Οι βρύσες του δεν πήγασαν άφθονο σύννεφο σε διψασμένα στόματα
Σκιές που ανατριχιάζουν
Μούχλα που τρυπάει τα ρουθούνια
Όστρακα απολιθωμένα στριμωγμένα σε αιώνια βράχια
ασάλευτα
Με τόσο θάνατο που μάζεψε στη ζωή της
Έγινε
Κλειδωμένες λέξεις
Φιλόλογοι που διαβάζουν ποιήματα σε μαθητές που
Απουσιάζουν
Διαδρομή οριοθετημένη σπίτι-δουλειά
Κάμαρα-κουζίνα
Κρεβάτι-τουαλέτα
Κλάμα-γέλιο
Εντός ωραρίου και με απλήρωτη υπερωρία στα όνειρα
Αν τη δάγκωνε κανείς, θα έσπαγε τα δόντια του
Αν τη φιλούσε, θα σάπιζε
Αν την κοιτούσε, θα γινόταν πέτρα
Με τόσο θάνατο που μάζεψε στη ζωή της
Δεν άφησε χώρο για εκείνη
Για καιρό αρκέστηκε σε μια γωνιά
Ύστερα βγήκε από μέσα της και περιφερόταν ασκόπως
(Κι όπως συνήθισε να απουσιάζει απ' τη ζωή της)
Μια μέρα χάθηκε
Και δεν ξαναγύρισε στο σώμα της

***
Το σχέδιο είναι του Zdzisław Beksiński