[Αναδημοσίευση του άρθρου του "Βιβλιοθηκάριου" στην "Αυγή της Κυριακής" 15/6/2014]
Πλημμύρισε ο τύπος τον τελευταίο
καιρό με εύκολους τίτλους και δημοσιογραφικά συμπεράσματα σχετικά με έρευνα που
διενήργησε ερευνήτρια σε συνεργασία με τις δημοτικές βιβλιοθήκες της
Θεσσαλονίκης. Η εν λόγω ερευνήτρια αξιοποίησε τα στοιχεία δανεισμού του υλικού
που οι βιβλιοθήκες αυτές κρατούν και επιχείρησε την ιχνογράφηση των
αναγνωστικών συνηθειών των χρηστών τους. Σύμφωνα λοιπόν με τα συμπεράσματα
μερίδας του τύπου από αυτή την έρευνα «οι γυναίκες διαβάζουν ροζ βιβλία», οι
γυναίκες διαβάζουν, ενώ οι άντρες όχι και στις προτιμήσεις των αναγνωστών
κυριαρχεί (παρά τη θέληση των συγγραφέων…) η «παραλογοτεχνία» της Χρυσηίδος
Δημουλίδου και της Λένας Μαντά. Αγαπημένοι ξένοι συγγραφείς είναι η Τζ. Κ.
Ρόουλινγκ (ανεπίκαιρο πια στοιχείο) για τα παιδιά και ο Κοέλιο για τους
ενήλικους, αγαπημένα είδη το αστυνομικό μυθιστόρημα και τα έργα που
μεταφέρθηκαν στον κινηματογράφο ή την τηλεόραση.
Η εν λόγω «φωτογραφία» των
αναγνωστικών συνηθειών πάσχει στην επιχειρούμενη γενίκευσή της. Καταρχάς όσοι
επιχειρούν εντυπωσιακές γενικεύσεις αγνοούν πως πρόκειται για κινήσεις
δανεισμού σε μια (μεγάλη βέβαια) δημοτική βιβλιοθήκη – δεν θα έδειχναν την ίδια
σπουδή αν η έρευνα γινόταν σε μια πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη, ας πούμε του
Παντείου, της ΑΣΟΕΕ ή του Πολυτεχνείου ή ακόμη και στην Εθνική Βιβλιοθήκη, τη
Γεννάδιο, τη Βιβλιοθήκη της Βουλής ή της Ακαδημίας Αθηνών. Οι δημοτικές
βιβλιοθήκες έχουν άλλο υλικό και άλλο κοινό από τις ειδικές, τις ακαδημαϊκές,
τις νοσοκομειακές, τις κυβερνητικές βιβλιοθήκες. Δεύτερο προβληματικό σημείο
στα «συμπεράσματα» είναι η σύγχυση χρήσης και δανεισμού – οι βιβλιοθήκες σπάνια
καταγράφουν την εσωτερική χρήση, σε αντίθεση με τον εξωτερικό δανεισμό,
επομένως ο δανεισμός είναι ένας μόνο, ισχυρός ωστόσο, δείκτης κίνησης των
βιβλίων. Τρίτο σημείο είναι η μάλλον επί τούτου σύγχυση βιβλίου και
λογοτεχνίας. Το γεγονός ότι η λογοτεχνία πουλάει και είναι εύκολο στα Μέσα που
επιθυμούν να έχουν λόγο στην αγορά βιβλίου να ασχολούνται με αυτήν, δεν
σημαίνει ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κίνησης των ιδεών και των γνώσεων δεν
κινείται και από τα άλλα είδη βιβλίου (λεξικά, επιστημονικά, ιστορικά βιβλία,
βιογραφίες, αφηγήσεις κ.α.).
Στόχος του παρόντος σημειώματος
δεν είναι να αμφισβητήσει τα συμπεράσματα μιας μεμονωμένης έρευνας, αλλά να
σχολιάσει την ευκολία αναπαραγωγής απόψεων και στερεοτύπων που απροβλημάτιστα
γίνεται από τα Μέσα. Θα ήταν μονομερές να θεωρήσουμε μόνο δείγμα άγνοιας την εν
λόγω παθογένεια. Θα ήταν δίκαιο σε αυτό να προστεθεί η αναμφισβήτητη
εμπορικότητα του βιβλίου και η αναγκαστική παρουσία ενός «χρηματιστηρίου αξιών»
που θα την υποστηρίζει. Θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι επί του προκειμένου
προηγούνται τα συμπεράσματα της έρευνας, αφού η γυναίκα είναι ίσως καθοριστικός
παράγοντας της αγοράς και πρέπει να αναδεικνύουμε το ρόλο της αυτό για να
συνεχίσει με σπουδή να τον υπηρετεί.
Θα μπορούσαν πολλά να ειπωθούν
πάνω σε αυτό το θέμα. Ο λόγος που θα μπορούσαμε να πούμε πολλά είναι γιατί
δυστυχώς στην Ελλάδα η αναγνωστική εμπειρία δεν έχει τύχει εμβριθούς και
επιστημονικής μελέτης, δεν έχει γίνει επαρκώς ποτέ στόχος ευρείας στατιστικής
έρευνας που θα έχει σκοπό την πολλαπλή μελέτη και το σχεδιασμό στο χώρο του βιβλίου,
τόσο από τις βιβλιοθήκες και τους εκδότες, όσο και από το ίδιο το κράτος. Κι
εδώ θα ήταν κομβική η παρουσία του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου.
2 σχόλια:
Πάντως, παρά του ότι αντιλαμβάνομαι πώς εννοείς το ρόλο των μέσων στην εξαγωγή (πιασάρικων) δημοσιογραφικών συμπερασμάτων και συμφωνώ ότι δεν είναι και τόσο έτσι, όμως πάλι φοβάμαι πως είναι και λίγο έτσι. Επειδή χρησιμοποιώ δημοτικές βιβλιοθήκες, πρέπει να πω ότι στο καρότσι με τις επιστροφές, αυτά τα "ευπώλητα" μάλλον κυριαρχούν. Επίσης, πρέπει να σημειώσω ότι όταν εξατάζουμε το θέμα "τι δανείζονται οι γυναίκες", νομίζω εννοούμε κύρια από δημόσιες / δημοτικές βιβλιοθήκες, όχι από βιβλιοθήκες ειδικού θεματικού πεδίου ή ειδικού σκοπού. Και εκεί, στις δημόσιες / δημοτικές, πρέπει να εξετάσουμε το είδος που δανείζονται (λογοτεχνία, ψυχολογία, ιστορία κτλ.). Αυτό βέβαια, το κάνουν οι βιβλιοθήκες αυτές, οπότε και τα συμπεράσματα της όποιας δημοτικής δεν αποκλείεται να είναι αξιόπιστα. Η διάκριση χρήσης / δανεισμού γίνεται, αλλά περισσότερο στις ειδικές βιβλιοθήκες που ανέφερα παραπάνω. Αυτές, μακάρι να έβγαζαν αντίστοιχα συμπεράσματα. Τελικά, με το σχόλιό μου, δεν προσπαθώ ν' αποδομήσω αλλά περισσότερο να σημειώσω την ανάγκη συμπλήρωσης ώστε να υπάρχουν πραγματικά αξιόπιστα συμπεράσματα στο γενικό ερώτημα "τι δανείζονται οι γυναίκες" ή καλύτερα "τί διαβάζουν οι γυναίκες".
Ενδιαφέρον για μένα θα ήταν το ερώτημα "τι διαβάζουμε και πώς", για την ακρίβεια ενδιαφέρουσες θα ήταν απαντήσεις σε αυτό. Τελικά όμως το εν λόγω άρθρο αυτό που κάνει είναι σχολιάζει πώς κανακεύουν και καθοδηγούν τις καταναλώτριες τα Μέσα και πόσο εύκολα αναπαράγουν, αντί να στοχάζονται ή να κρίνουν. Δεν είναι στόχος μου ο έλεγχος της φερεγγυότητας της έρευνας, αλλά ο αντιεπιστημονικός και επιλεκτικός τρόπος των Media. Συμφωνούμε βέβαια απόλυτα για την ανάγκη εμβριθούς μελέτης και έρευνας των αναγνωστικών μας συνηθειών
Δημοσίευση σχολίου