Μια ενδιαφέρουσα συγκυρία μού επέτρεψε πριν λίγες μέρες να
συμμετέχω ως μέλος σε μια επιτροπή βράβευσης του εκδότη της χρονιάς για
λογαριασμό ενός μεγάλου βιβλιοπωλείου. Από μόνη της αυτή η δυνατότητα έχει σημαντικά
στοιχεία: καταρχάς επιλέχθηκα ως άνθρωπος του βιβλίου, ως εκπρόσωπος ενός χώρου
που έχει να κάνει με αυτό. Θεωρώ χρήσιμο για το επάγγελμά μου και τις
βιβλιοθήκες την «αναγνώριση» αυτού του τύπου. Έπειτα, με την ευθύνη της
επιλογής αντιλαμβάνεται κανείς πως τα πράγματα δεν είναι εύκολα, πως χρειάζονται
κριτήρια και γνώσεις που δεν θα αδικήσουν κάποιον, πως προφανώς η βράβευση ενός
εκδότη δεν έχει πολλά κοινά με την ψηφοφορία για το τραγούδι της Eurovision (ή μήπως όχι;).
Βασική έλλειψη, η γνώση της αγοράς. Ενώ εσύ προκρίνεις τον εκδότη που επιμένει
στην Κρίση να εκδίδει ποίηση, μαθαίνεις (γιατί ρωτάς) πως ο ίδιος ούτε ρισκάρει
γι’ αυτό (όποιος πληρώνει, εκδίδεται), ούτε καν επιλέγει (αφού όποιος πληρώνει,
εκδίδεται). Επίσης, μπορείς να βραβεύσεις έναν γνωστό στην πιάτσα των
μεταφραστών, επιμελητών, εικονογράφων κακοπληρωτή; Ρωτάς να μάθεις λοιπόν, και
συγκεντρώνοντας πληροφορίες αντιλαμβάνεσαι τελικά πως οι βιβλιοθήκες είμαστε
πολύ πιο κοντά στον αναγνώστη από ό,τι στο συγγραφέα ή τον εκδότη. Είμαστε
μάλλον ένας αφελής ναός την ανάγνωσης, παρά σουπερμάρκετ του βιβλίου, πως εμείς
δεν είμαστε οι δημιουργοί, αλλά οι τιμητές του βιβλίου.
Η βράβευση έχει από μόνη της μια ελαστική ηθική. Επιτρέπει
τον Έναν που θα τιμηθεί ως ο καλύτερος. Διάτρητη πάντα αυτή η επιλογή. Είναι
όμως και μια αναγνώριση και απόδοση τιμής και παρότρυνση στο δημιουργό να
συνεχίσει. Τι γίνεται όμως όταν ο φορέας που θα βραβεύσει είναι ένα μεγάλο
βιβλιοπωλείο, ένα υπερκατάστημα που πουλάει βιβλία, video games, gadget και cd; Σε μια αγορά διαλυμένη
από την οικονομική κρίση και τις μεταβάσεις που ούτως ή άλλως συμβαίνουν
διεθνώς στο εμπόριο (και) του βιβλίου, αυτού του τύπου τα πολυκαταστήματα
συγκεντρώνουν τη διακίνηση του βιβλίου και εν πολλοίς καθορίζουν και το
χρηματιστήριο των ευπώλητων.
Στον ελληνικό μικρόκοσμο του βιβλίου διάφοροι επιχειρούν
αυτό τον καιρό να πλασαριστούν ως τιμητές της δημιουργίας. Δεν είναι μόνο το Public. Σε λίγες μέρες για
παράδειγμα και ο Αναγνώστης θα ανακοινώσει τα βραβεία του. Ας κρίνουμε τι έγινε
φέτος με τα βραβεία του Public,
τη δεύτερη χρονιά αυτού του «θεσμού» (ένθετο σχόλιο: απαξιώνονται από κάθε
κατεύθυνση οι δημόσιοι θεσμοί, για να υμνηθούν επίμονα οι ιδιωτικοί που τους
αντικαθιστούν). Το ατού των βραβείων αυτών, όπως επισημάνθηκε και τη βραδιά που
ανακοινώθηκαν και δόθηκαν (26/5/2015) στο Μέγαρο Μουσικής, είναι ότι «ψήφισε ο
λαός», «ψήφισαν οι αναγνώστες». Αυτό με κάποιον τρόπο νομιμοποιεί το
αποτέλεσμα. Ακόμη και αν λίγο γκρινιάρικα πούμε πως μάλλον θα έπρεπε να λέμε
«ψήφισαν οι καταναλωτές». Πάνω από 100.000 άνθρωποι «νομιμοποίησαν’ με τη
συμμετοχή τους τα βραβεία του Public.
Η μετα-δημοκρατία όμως σταματάει εκεί: η αρχική, μεγάλη λίστα των υποψηφίων δεν
προέκυψε από τον «λαό», αλλά από τους εκδότες. Οι κατηγορίες δεν προέκυψαν από
το «λαό», αλλά από τους οργανωτές. Όλα αυτά κρίνονται και πρέπει να κρίνονται.
Έχει ενδιαφέρον πως το μη λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό βιβλίο στριμώχνεται σε
μία κατηγορία, στο «δοκίμιο». Την ίδια ώρα η λογοτεχνία απλώνεται σε 7 βραβεία
(6 πεζογραφία, 1 ποίηση). Η ανάγνωση σύμφωνα με τη σημειολογία του Public είναι
κυρίως απόλαυση και πολύ λίγο γνώση. Τι γίνεται λοιπόν αν σκεφτείς πως ο τρόπος
της ψηφοφορίας έτσι όπως διεξάγεται, είναι μια εμπορική κι επικοινωνιακή
ευκολία;
Ποιος θα κρίνει τους κριτές και την επιλογή τους όταν είναι
τόσοι πολλοί; Πόσο απέχει η Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη
στην κατηγορία «ο πιο ερωτικός χαρακτήρας» από το μιντιακό απόφθεγμα
«δίνουμε στο λαό αυτό που προτιμάει;». Παρεμπιπτόντως δεν μπόρεσα
παρακολουθώντας τη βραβευθείσα μπεστσελλερίστρια να ευχαριστεί το κοινό συγκινημένη
να μην θυμηθώ τη Μέριλ Στριπ στη «διαβολογυναίκα»! Τι σημαίνει η
συνυποψηφιότητα του μεταφυσικού δοκιμίου «Υπάρχει θεός» με το πολιτικό «η
γένεση της μνημονιακής Ελλάδας» του Γιάνη Βαρουφάκη; Τελικά η μεταφυσική νίκησε
την πολιτική στην Ελλάδα του Public το 2015 (βραβεύθηκε ο Φιλοκτήτης Διακομανώλης της Ιωλκού).
Αν για τον τρόπο και τη σημειολογία της ψηφοφορίας των
«λαϊκών» βραβείων του Public μπορεί προφανώς κανείς να πει πολλά, θα πρέπει κάπως να
περιγράψουμε και το event της βράβευσης, που νομίζω πως συμπληρώνει το παζλ. Στήθηκε
λοιπόν στο Μέγαρο ένα μικρό σόου, ένα νευρωτικό πηγαινέλα σε μια κανονική
πασαρέλα, με δόσεις ποιότητας κλεμμένες
από τη θεατρική συγκυρία της Αθήνας και ένθετες στη «βαρετή» διαδικασία του
ανοίγματος των φακέλων με τα αποτελέσματα και των αναπόφευκτων ευχαριστιών των
βραβευθέντων. Από μόνο του το βιβλίο είναι επικοινωνιακά αδύναμο, επομένως
πρέπει να στήσουμε μια φωτογραφήσιμη κατάσταση που δεν θα εστιάζει στο έργο,
αλλά στα πρόσωπα. Θα φέρουμε τον αναβαπτισμένο ποιοτικά σταρ Ρουβά να βραβεύσει
τον σταρ Τριβιζά που όμως δεν ήρθε από την Αγγλία να παραλάβει το βραβείο του
(αντίθετα, η αγγλίδα Natalie Meg Evans
μπόρεσε να έρθει). Και την ίδια ώρα που ο ποπ Ρουβάς δίνει το βραβείο της
παιδικής λογοτεχνίας, η προβλεπόμενη και πάντα πρόθυμη Λαμπράκη-Πλάκα βραβεύει το "εκδοτικό αποτύπωμα', και η Μάγια Τσόκλη, πρώην βουλεύτρια του ΠΑΣΟΚ, το ΕΥ ΖΗΝ (που
προφανώς υπηρέτησε, όταν υπερψήφιζε στη Βουλή τις μνημονιακές πολιτικές…) στο
πρόσωπο του τηλεοπτικού μάγειρα Άκη Πετρετζίκη. Την ίδια ώρα παρόντες στην
εκδήλωση και με τη μικρή ή μεγάλη αγωνία της βράβευσης στο πρόσωπό τους
διέκρινες τόσο τον ιστορικό και μέλος την Ακαδημίας Αθηνών Κωνσταντίνο
Σβολόπουλο (υποψήφιο, αλλά όχι νικητή στην κατηγορία του δοκιμίου), αλλά και τη
Χρυσηίδα τη Δημουλίδου (υποψήφια στο «ελληνικό μυθιστόρημα», συνυποψήφια στην
ίδια κατηγορία με την ομότεχνή της Λένα Μαντά, η οποία Μαντά όμως ήταν υποψήφια
και στο βραβείο «ο πιο ερωτικός χαρακτήρας). Στο καλοστημένο σκηνικό της
βραδιάς υπήρξαν δύο καταφανή φάουλ: το πρώτο (εντοπίστηκε από τον μεταφραστή
Γιώργο Δεπάστα) όταν αγνοήθηκε εντελώς τόσο από τα Public, όσο και από τον εκδότη της
(Μεταίχμιο), η μεταφράστρια του βραβευθέντος Ian Rankin Βάσια Τζανακάρη. Το δεύτερο, όταν
η επιτροπή του ειδικού βραβείου για το εξώφυλλο της χρονιάς βράβευσε ένα
εξώφυλλο που δεν είδαμε στις οθόνες της εκδήλωσης.
Κι έτσι μια γλυκιά σούπα διασημοτήτων και φιλότιμων, σεμνών
δημιουργών γίνεται δελτίο τύπου και φωτογραφίες στις πολιτιστικές σελίδες των
εφημερίδων και των portal.
Μακριά ίσως από τη συγκίνηση της ανάγνωσης και τη δημιουργία στήνεται ένα
κοσμικό γεγονός. Θα μπορούσαμε να περιμένουμε κάτι άλλο; Είναι τα πράγματα
μονοσήμαντα; Δικαιολογώντας κάπως τη δική μου συμμετοχή στο ειδικό βραβείο του
«εκδοτικού αποτυπώματος» και στην επιτροπή που επέλεξε τον εκδότη της χρονιάς
νομίζω πως μπορώ να υπερασπιστώ την άποψη που λέει πως δεν είναι μονοσήμαντα τα
πράγματα. Χωρίς να γνωρίζω ποιοι συγκροτούν την επιτροπή, χωρίς να μπορώ να
μιλήσω μαζί τους και να συσκεφτώ, χωρίς καν να μπορώ ελεύθερα να επιλέξω τον
εκδότη που επιθυμώ (αφού όπως μας ειπώθηκε δεν αποδέχθηκαν όλοι την πρόσκληση
των Public, επομένως η
επιλογή γινόταν από μια λίστα), ψήφισα τους εκδότες που δεν βραβεύτηκαν. Έναν
εκδότη της Θεσσαλονίκης που εκδίδει παιδικά βιβλία, έναν εκδότη της Αθήνας που
εκδίδει δοκίμιο κι έναν πιο mainstream εκδότη που επιμένει στην τυπογραφική ποιότητα των εκδόσεών
του. Κυρίως όμως ψήφισα για την αναγκαία (κατά τη γνώμη μου) εμπειρία ενός
τέτοιου γεγονότος και γιατί ένιωθα πως είναι τιμή σε αυτές τις βιβλιοθήκες και
τους ανθρώπους τους να συμμετέχουν σε μια διαδικασία ανάδειξης του βιβλίου,
έστω εμπορική. Κάποια στιγμή, κατά τη διάρκεια της βραδιάς, σκεφτόμουν πώς θα
ήταν, ποια θα ήταν τα βραβεία που θα έδιναν οι συνάδελφοί μου στις δεκάδες
βιβλιοθήκες της χώρας αν με κάποιο τρόπο αποφασίζαμε να κάνουμε κάτι τέτοιο
συλλογικά…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου